Στείλε Τσετσένους, όπλα και χρήματα
Οι αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του Ramzan Kadyrov
Φανταστείτε έναν κυβερνήτη ο οποίος διοικεί τον δικό του ιδιωτικό στρατό, με άρτια καταρτισμένους, προσωπικά πιστούς στρατιώτες που έχουν εντολή να σκοτώσουν οποιοδήποτε ξένο στρατιωτικό προσωπικό στην επικράτειά του μόλις το δουν. Αυτός ο κυβερνήτης προσάρτησε πρόσφατα τμήμα του εδάφους του δυτικού γείτονά του και σχεδιάζει να κάνει το ίδιο και στα ανατολικά του σύνορα. Αυτοπροβάλλεται ως μια ηγετική παγκόσμια ισλαμική προσωπικότητα, που φιλοξενεί διεθνή θρησκευτικά συνέδρια και σφυρηλατεί την συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας και συμφωνίες στρατιωτικής εκπαίδευσης με πλούσιες μουσουλμανικές απολυταρχίες. Επεκτείνει τους δεσμούς του εκείνους του γείτονές του που δεν μπορεί να εκφοβίσει, ακόμα και καθώς οι δυνάμεις ασφαλείας του τακτικά χτυπούν και δολοφονούν τους εξόριστους αντιπάλους του μισή ήπειρο μακριά.
Θα μπορούσε κάποιος να σας δικαιολογήσει αν σκέφτεστε ότι πρόκειται για περιγραφή ενός ιστορικού ηγέτη -του μεσαιωνικού κυβερνήτη κάποιου μικρού εμιράτου στην Ανατολία ή την Αραβική Χερσόνησο. Τουλάχιστον, μπορεί να υποθέσετε ότι κυβερνά ένα ανεξάρτητο κράτος. Σχεδόν σίγουρα δεν θα τον φανταστείτε ως κυβερνήτης μιας επικράτειας που βρίσκεται μέσα στην σύγχρονη Ρωσική Ομοσπονδία.Αλλά αυτή είναι στην πραγματικότητα η θέση της Τσετσενίας και του απρόβλεπτου τύραννού της, του Ραμζάν Καντίροφ. Ήταν μόλις 27 ετών όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε από έκρηξη βόμβας το 2004, ουσιαστικά κληροδοτώντας του την ηγεσία της Βόρειας Καυκάσιας δημοκρατίας. Από τότε, ο Kadyrov έχει επεκταθεί πολύ πέρα από το πεδίο της επίσημης θέσης του ως ηγέτη μιας από τις 85 επαρχίες της Ρωσίας.
Μετά από δύο αιματηρές συγκρούσεις με την Ρωσία, οι οποίες διήρκεσαν πάνω από μια δεκαετία και άφησαν δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, η Τσετσενία έχασε την επίσημη ανεξαρτησία της το 2000. Ωστόσο, υπό την διακυβέρνηση του Kadyrov, ασκεί πλέον περισσότερη κυριαρχία από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στις τελευταίες δύο δεκαετίες –και φαίνεται πιθανό να επεκτείνει αυτή την κυριαρχία στο μέλλον. Ο Καντίροφ φαίνεται ότι θα συνεχίσει να πιέζει τα όρια της εξουσίας του προς τα έξω. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, εν τω μεταξύ, δείχνει μια σχεδόν πλήρη αδιαφορία για τις αποσταθεροποιητικές ενέργειες του άσωτου γιου του στην πιο εύθραυστη περιοχή της Ρωσίας.
ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΜΙΡΑΤΟ
Οι καιροί έχουν αλλάξει στον Βόρειο Καύκασο. Ο Καντίροφ από καιρό θεωρείται ως ένας αυστηρός και βίαιος κυβερνήτης, αλλά ένας κυβερνήτης που ήταν ικανοποιημένος να ηγείται της δικής του μικρής δημοκρατίας. Ο Πούτιν, ο προστάτης στον οποίο ο Καντίροφ δηλώνει άσβεστη πίστη, είχε μια συμφωνία με τον Τσετσένο ηγέτη: Κάνε ό, τι θέλεις μέσα στα όρια των συνόρων σου, αρκεί να κρατάς την Τσετσενία υπό έλεγχο. Δεδομένης της κλίμακας της εξέγερσης στο Βόρειο Καύκασο, η οποία σκότωσε τουλάχιστον 1.000 προσωπικό ασφαλείας μεταξύ του 2009 και του 2017, η σταθερότητα αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα της Μόσχας στην περιοχή.
Τα τελευταία χρόνια, η απειλή των ανταρτών έχει υποχωρήσει. Η ρωσική ομοσπονδιακή κυβέρνηση ξεκίνησε μια μεγάλη καμπάνια αντιεξέγερσης πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2014 στο Σότσι. Οι ρωσικές δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν ή συνέλαβαν σχεδόν όλους τους ηγέτες της εξέγερσης, ενώ αρκετές χιλιάδες μαχητές και επίδοξοι μαχητές έφυγαν από την περιοχή για να ενταχθούν στο Ισλαμικό κράτος (ή ISIS) και άλλες τζιχαντιστικές ομάδες στην Συρία. Ταυτόχρονα, τα τσετσένικα στρατεύματα του Kadyrov εντατικοποίησαν την πίεσή τους στο τσετσενικό τμήμα της εξέγερσης, εκκαθαρίζοντας τους μαχητές από τις ορεινές περιοχές του νότου της δημοκρατίας. Μέχρι το 2017, οι ρωσικές και τσετσενικές υπηρεσίες ασφαλείας κατάφεραν να καταστρέψουν αποτελεσματικά τα ένοπλα ανταρτικά δίκτυα στην περιοχή. Αυτή η επιτυχία στο πεδίο της μάχης επέτρεψε στον Kadyrov να ακολουθήσει άλλες προτεραιότητες, όπως η επιβολή της θέλησής του στους γείτονές του.
Στα μέσα του 2018, με το πρόσχημα της ανάπτυξης υποδομών, ο Kadyrov άρχισε να επεκτείνει έναν ερειπωμένο ορεινό δρόμο στην δημοκρατία της Ινγκουσετίας, δυτικού γείτονα της Τσετσενίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Λίγο αργότερα, εμφανίστηκαν εικόνες Τσετσένων αξιωματούχων, πλαισιωμένων από δυνάμεις ασφαλείας, που στέκονταν στην γη των Ινγκούς και την ανακήρυτταν ως δική τους. Η φαινομενική προσάρτηση επισημοποιήθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου, όταν ο Kadyrov υπέγραψε συμφωνία με τον ηγέτη της Ινγκουσετίας, Yunus-Bek Yevkurov, με την οποία παραδόθηκε σχεδόν το 10% της επικράτειας της Ινγκουσετίας στην Τσετσενία. Παραμένει ασαφές γιατί ο Yevkurov συμφώνησε σε αυτό: Είναι πιθανό να πιεζόταν έντονα από τον Kadyrov και να μην περίμενε τίποτα που να προσεγγίζει την κλίμακα των διαδηλώσεων που ακολούθησαν. Ωστόσο, η δημόσια αντίδραση στην Ινγκουσετία ήταν πρωτοφανής, με δεκάδες χιλιάδες να διαμαρτύρονται στους δρόμους ενάντια στην συμφωνία. Αφότου το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρωσίας ενέκρινε τη μεταβίβαση των εδαφών στις αρχές Δεκεμβρίου, υπήρχαν πλέον ελάχιστα που θα μπορούσαν να κάνουν οι Ινγκούς.
Έχοντας επεκταθεί επιτυχώς στα δυτικά του, ο Kadyrov στράφηκε ανατολικά. Στα μέσα Νοεμβρίου, το Κοινοβούλιο της Τσετσενίας δημοσίευσε έναν χάρτη που δείχνει τα ενημερωμένα σύνορα της δημοκρατίας. Ο χάρτης περιελάμβανε όχι μόνο το νέο έδαφος από την Ινγκουσετία αλλά και μια άλλη απροσδόκητη αλλαγή: Τμήματα της δημοκρατίας του Νταγκεστάν (μια άλλη αυτόνομη περιοχή της Ρωσίας), η οποία βρίσκεται στα νοτιοανατολικά σύνορα της Τσετσενίας, είχαν ενσωματωθεί στο βασίλειο του Kadyrov. Ο χάρτης άλλαξε γρήγορα για να διορθωθεί το προφανές σφάλμα, αλλά το λάθος αποδείχθηκε προφητικό. Στις 6 Δεκεμβρίου, ο Καντίροφ συναντήθηκε με τον ηγέτη του Νταγκεστάν, Vladimir Vasilyev, και συζήτησε «τον καθορισμό των συνόρων» μεταξύ των δημοκρατιών τους. Μέσα σε λίγες εβδομάδες ο Magomed Daudov, ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου της Τσετσενίας και στενός σύμμαχος του Kadyrov, εστάλη στο Νταγκεστάν για να συζητήσει το ζήτημα και οι δύο δημοκρατίες σχημάτισαν μια κοινή επιτροπή για τον καθορισμό των συνόρων. Ο Βασίλιεφ, απεσταλμένος της Μόσχας για να διοικήσει την δημοκρατία στα τέλη του 2017, δεν είναι ντόπιος Νταγκεστάνι και ίσως να έχει υποτιμήσει την αστάθεια των εδαφικών ζητημάτων στην περιοχή. Παραμένει ασαφές ποια εδάφη του Dagestan θα αποκτήσει ο Kadyrov, αλλά οι Dagestani, όπως οι ομολόγοί τους οι Ινγκούς, ανταποκρίθηκαν με τεράστιο θυμό στις ειδήσεις ότι η κυβέρνησή τους θα μπορούσε να αρχίσει να εκχωρεί έδαφος στην Τσετσενία.
ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ
Καθώς επεκτείνεται στην Ρωσική Ομοσπονδία, ο Kadyrov βελτιώνει επίσης τους δεσμούς του με ξένους εταίρους. Η Τσετσενία δεν ήταν γνωστή για στενές σχέσεις με τον Νότιο Καύκασο, την περιοχή που περιλαμβάνει την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και την Γεωργία. Τσετσένικα τάγματα πολέμησαν με τους Ρώσους στον πόλεμο του 2008 μεταξύ Γεωργίας και Ρωσίας και η δημοκρατία έχει λίγους δεσμούς με το Αζερμπαϊτζάν, με το οποίο μοιράζεται λίγα κοινά στοιχεία.
Πρόσφατα, ωστόσο, ο Kadyrov έχει πλησιάσει και τις δύο χώρες. Μια αναφορά την 2α Δεκεμβρίου στην κρατική τηλεόραση της Τσετσενίας έδειξε κατασκευαστικά έργα στον μικρό ορεινό δρόμο που οδηγούσε στα σύνορα Τσετσενίας-Γεωργίας, ανακοινώνοντας ότι η από μακρού χρόνου κλειστή συνοριακή διέλευση επρόκειτο να ξανανοίξει «σύντομα». (Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990, ο δρόμος ήταν ο μόνος δια ξηράς σύνδεσμος της ανεξάρτητης Τσετσενίας με τον μη ρωσικό κόσμο). Ο ειδικός απεσταλμένος της Γεωργίας για τις σχέσεις με την Ρωσία είπε ότι η χώρα του δεν είχε ακούσει τίποτα για επαναλειτουργία της συνοριακής διέλευσης. Αλλά υπάρχουν προφανώς περισσότερες σχέσεις μεταξύ Γκρόζνι και Τιφλίδας από όσες και οι δύο πλευρές αφήνουν να διαφανούν. Τον Ιανουάριο του 2018, ο δήμαρχος του Grozny, Muslim Khuchiev, ανακαλύφθηκε στην Γεωργία σε μια αιφνιδιαστική επίσκεψη. (Το ταξίδι του Khuchiev δεν είχε δημοσιοποιηθεί, και όταν αντιμετώπισε τους δημοσιογράφους, ισχυρίστηκε ότι ήταν απλώς σε διακοπές). Ο Kadyrov επισκέφθηκε επίσης προσωπικά το Αζερμπαϊτζάν, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο Ilham Aliyev στο Μπακού στις 28 Νοεμβρίου για να συζητήσει μια διευρυμένη συνεργασία.
Ο Καντίροφ έκανε τα μεγαλύτερα βήματά του στα αραβικά κράτη. Ο Τσετσένος ηγέτης έχει σφυρηλατήσει στενές φιλίες τα τελευταία χρόνια με ηγέτες όπως ο πρίγκιπας-διάδοχος του Αμπού Ντάμπι, Mohammed bin Zayed, ο de facto ηγέτης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ). Ο Καντίροφ έχει επίσης ισχυρές σχέσεις με τον Σαουδάραβα πρίγκιπα-διάδοχο, Mohammed bin Salman, με βασιλικούς του Μπαχρέιν και με τους ηγέτες της Ιορδανίας. Αυτές οι σχέσεις είναι πιθανό να εμβαθύνουν. Αυτό το καλοκαίρι, η Τσετσενία θα ανοίξει ένα από τα μεγαλύτερα εκπαιδευτικά σχολεία ειδικών δυνάμεων στον κόσμο. Οι εκπαιδευτές της σχολής, εκτός από τον μακρόχρονο επικεφαλής της εκπαίδευσης Τσετσένων spetsnaz, Daniil Martynov, ο οποίος έχει λίγους -αν έχουν απομείνει καθόλου- δεσμούς με τον ρωσικό στρατό, θα αντληθούν εξ ολοκλήρου από τις τσετσενικές και όχι από τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις. Το Μπαχρέιν, η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σκοπεύουν να αρχίσουν να εκπαιδεύουν ελίτ αντιτρομοκρατικές δυνάμεις στις τσετσενικές εγκαταστάσεις. Παρόλο που η σχολή θα ονομαστεί επίσημα ως Ρωσικό Πανεπιστήμιο Σπετσνάζ, φαίνεται ότι έχει ελάχιστη σχέση με την Ρωσία.
ΔΩΣΕ ΜΑΣ ΤΟ ΧΡΗΜΑ, ΑΛΛΑ ΜΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΕΙΣ
Η εδαφική επέκταση, οι αυτόνομες διεθνείς σχέσεις, και ο ανεξάρτητος στρατός, είναι όλα εντυπωσιακά ασυνήθιστα χαρακτηριστικά για μια επαρχιακή υποδιαίρεση ενός μεγαλύτερου κράτους. Για τους λόγους αυτούς, αναλυτές όπως η Ekaterina Sokirianskaia έχουν περιγράψει στο παρελθόν την Τσετσενία ως «εσωτερικό εξωτερικό» της Ρωσίας και «κράτος εντός κράτους». Ωστόσο, αυτοί οι όροι ίσως να μην μπορούν να φτάσουν αρκετά κοντά στην περιγραφή του εύρους της ανεξαρτησίας του Kadyrov.
Επί του παρόντος, υπάρχει μόνο ένα στοιχείο που συνδέει έντονα την Τσετσενία με την Ρωσία, και αυτό είναι το χρήμα. Οι τσετσενικές Αρχές λαμβάνουν περίπου το 85% του κρατικού προϋπολογισμού τους με τη μορφή ομοσπονδιακών μεταβιβάσεων πληρωμών από τη Μόσχα. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των κονδυλίων κλέβεται από Τσετσένους αξιωματούχους ή σπαταλιέται σε μεγαλοπρεπή έργα γοήτρου. Ωστόσο, με κάθε νέο ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, ο Καντίροφ ζητούσε πρόσθετη χρηματοδότηση και έκανε συγκεκαλυμμένες απειλές για το τι θα μπορούσε να συμβεί στην περιφερειακή σταθερότητα εάν δεν του προσφέρονταν περισσότερα ρωσικά μετρητά. Το Κρεμλίνο έχει συγκατατεθεί παραδοσιακά στα αιτήματά του και στο παρελθόν απέρριψε σχέδια για τη μείωση της χρηματοδότησης της Τσετσενίας. Αυτό συνέβη πολύ ανοιχτά το 2016, όταν ο Kadyrov υποδέχτηκε μια προτεινόμενη μείωση των μεταβιβάσεων με δυσπιστία, χαρακτηρίζοντας την κίνηση «απαράδεκτη» για μια περιοχή που «μόλις ξαναστέκεται στα πόδια της». Η πιο πρόσφατη έκκλησή του για επιδοτήσεις, στις 13 Δεκεμβρίου, περιγράφει συνοπτικά την προτιμώμενη πορεία του προς τα εμπρός: «Θα επιτυγχάναμε περισσότερα εάν μας δίνατε τους απαραίτητους πόρους. Και ακόμα περισσότερα αν δεν παρεμβαίνατε».
Λίγες εβδομάδες μετά την δήλωση του Kadyrov, ένα τσετσενικό δικαστήριο προχώρησε ακόμη περισσότερο. Στις 12 Ιανουαρίου, ένα δικαστήριο στο Γκρόζνι ακύρωσε ένα εντυπωσιακό χρέος ύψους εννέα δισεκατομμυρίων ρουβλίων (135 εκατομμύρια δολάρια) προς τον ρωσικό κρατικό πετρελαϊκό γίγαντα Gazprom. Οι τσετσενικές Αρχές ισχυρίστηκαν ότι αυτό ήταν το αποτέλεσμα δαπανών των πολιτών, όμως οι Τσετσένοι πολίτες επέμειναν ότι τα χρέη δεν ανήκαν σε αυτούς αλλά στην κυβέρνησή τους, σημειώνοντας ότι είχαν στερηθεί βίαια ένα τμήμα του μισθού τους για να πληρώσουν παρόμοιο χρέος λίγο νωρίτερα. Οι αξιωματούχοι της Gazprom ανήγγειλαν την πρόθεσή τους να αμφισβητήσουν την απόφαση, ενώ άλλοι Ρώσοι επαρχιακοί ηγέτες, διαμαρτυρόμενοι για την προφανή έλλειψη λογοδοσίας του Kadyrov, δήλωσαν ότι θα πρέπει να τους επιτραπεί να ακολουθήσουν το παράδειγμα και να ακυρώσουν και τα δικά τους χρέη. Φαίνεται πιθανόν ότι τα κονδύλια που προορίζονταν για τις ανάγκες αερίου των πολιτών της Τσετσενίας πήγαν αντ’ αυτού σε ένα έργο ματαιοδοξίας όπως ο Πύργος Akhmat, ένας σχεδιαζόμενος ουρανοξύστης 102 ορόφων με εκτιμώμενο κόστος ένα δισεκατομμύριο δολάρια.
ΕΝΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες εκφάνσεις της επεκτατικότητας του Kadyrov ήταν η σχεδόν πλήρης έλλειψη επίσημης αντίδρασης από το Κρεμλίνο. Όσον αφορά την κρίση στην Ινγκουσετία, μόνο ένα σχόλιο από τον Πούτιν έφθασε στο κοινό. Ακόμα και αυτό ήταν από δεύτερο χέρι, και προέκυψε από την περιγραφή του Yevkurov μιας συζήτησης μεταξύ του ιδίου και του Πούτιν, όπου ο τελευταίος τον ώθησε να επιλύσει το θέμα μέσω «δημοκρατικών μεθόδων» και όχι με βία. Είναι ασαφές ποιες είναι οι «δημοκρατικές μέθοδοι» που ανέφερε ο Πούτιν: Ακτιβιστές Ινγκούς απαίτησαν ένα δημοψήφισμα για τη μεταβίβαση των εδαφών -αίτημα που ο Yevkurov αρνήθηκε να ικανοποιήσει. Δεν υπήρξαν πρόσφατα καθόλου δηλώσεις του Κρεμλίνου σχετικά με τις ενέργειες της Τσετσενίας ή του Kadyrov.
Η επίσημη σιωπή του Κρεμλίνου σημαίνει ότι υπάρχουν λίγα που οι παρατηρητές μπορούν να κάνουν, εκτός από το να εικάζουν σχετικά με την πραγματική παρούσα κατάσταση των σχέσεων μεταξύ Μόσχας και Γκρόζνι. Αλλά η απουσία δημόσιας επίπληξης των πράξεων του Kadyrov υποδηλώνει ότι ο Πούτιν θεωρεί ότι είναι απίθανο να θέσουν μια πραγματική απειλή για την περιφερειακή σταθερότητα. Στο παρελθόν, όταν οι υπερβολές του Kadyrov περιορίζονταν στην ίδια την Τσετσενία, μια τέτοια άποψη ίσως ήταν πιο κατανοητή, έστω και αν ήταν κοντόφθαλμη και ανήθικη. Τώρα, με τον Τσετσένο ηγέτη να επεκτείνει την εξουσία του πέρα από τα σύνορα της δημοκρατίας του, η απουσία οποιασδήποτε ανοικτής αντίδρασης από τη Μόσχα -και η σιωπηρή έγκριση που φαίνεται να δείχνει- είναι πολύ πιο φορτισμένη.
Οι εδαφικές διαμάχες, από τις απαιτήσεις για την δημιουργία μιας ενωμένης κιρκασιανής δημοκρατίας μέχρι τα εθνικιστικά αποσχιστικά κινήματα στο Νταγκεστάν, είναι ίσως το πιο ασταθές ζήτημα στον Βόρειο Καύκασο, όπου τα σύνορα αναδιαμορφώνονταν συνεχώς τον περασμένο αιώνα. Η επίσημη επικύρωση του ρωσικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για την απόκτηση γης της Ινγκουσετίας από τον Καντίροφ έθεσε τώρα ένα προηγούμενο για την αναθεώρηση των συνόρων -κάτι που είχε αποφευχθεί από καιρό, και για καλό λόγο. Στην πραγματικότητα, μια ομάδα Ρώσων εμπειρογνωμόνων για τον Βόρειο Καύκασο προέβλεψε πρόσφατα ότι η ανυπόληπτη συμπεριφορά του Kadyrov αυξάνει τον κίνδυνο της όξυνσης των λαϊκών παραπόνων και της αναζωπύρωσης της εξέγερσης στην περιοχή. Καθώς ο Τσετσένος ηγέτης συνεχίζει να επιδιώκει τις επιθετικές περιφερειακές πολιτικές του και τις ανεξάρτητες διεθνείς σχέσεις του, κινδυνεύει να ωθήσει τον Βόρειο Καύκασο, μια περιοχή που σήμερα απολαμβάνει μια αβέβαιη ειρήνη μετά από δεκαετίες πολέμου, πίσω σε μια επικίνδυνη αποσταθεροποίηση.
ΠΗΓΗ: http://foreignaffairs.gr/articles/72152/neil-hauer/steile-tsetsenoys-opla-kai-xrimata?page=show
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου