Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

Γιατί απουσιάζει κάθε μνεία ή αναφορά στη Φιλική Εταιρεία κατά τον απελευθερωτικό αγώνα του 1821


Έχετε αναρωτηθεί ποτέ, γιατί δεν γίνεται αναφορά στην Φιλική Εταιρεία μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής επανάστασης το 1821; Κι όμως είναι γεγονός. Παρακάτω, θα διαβάσετε τους λόγους που υποχρέωσε τους Έλληνες, ουσιαστικά να τους «αποκηρύξουν» για να μην προκαλέσουν την μήνιν των Ευρωπαίων για τον αγώνα ανεξαρτησίας τους και προς τους οποίους έτειναν χείρα φιλίας...

Η Φιλική Εταιρεία ιδρύθηκε μέσα σε πολύ συγκεκριμένες οικονομικές, κοινωνικές και ιδεολογικές συνθήκες στις αρχές του 19ου αιώνα, χωρίς ελληνικό προηγούμενο ή παράλληλο, κατορθώνοντας, με συγκεκριμένες οργανωτικές ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές, να κινήσει το μοχλό, όπως είχε προτείνει και ο συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας. Στις αρχές του 19ου αιώνα, είχε επικρατήσει η άποψη ότι οι Έλληνες μπορούσαν και όφειλαν να διεκδικήσουν την πολυπόθητη εθνική ελευθερία μόνοι τους, χωρίς πλέον να ελπίζουν σε μια έξωθεν βοήθεια, ελπίζοντας σε μία συσπείρωση του γένους, που επιθυμούσε να μετουσιωθεί σε έθνος.

Ξεκινώντας την Επανάσταση, οι Έλληνες ένιωθαν την ανάγκη να διαλύσουν κάθε υπόνοια των Ευρωπαίων, πως η δική τους εξέγερση σχετιζόταν με τους ανατρεπτικούς γιακωβίνους ή καρμπονάρους. Ήθελαν να δημιουργήσουν την εντύπωση για μια αποκλειστικά και μόνο εθνική επανάσταση, που να μην έχει σχέση με κοινωνικούς ταραξίες. Αυτή η τάση είναι η πιθανή λογική εξήγηση για τον παραμερισμό του ονόματος και του εμβλήματος της Φιλικής Εταιρείας, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από τα συντηρητικά κραταιά μέλη της Ιεράς Συμμαχίας ως μια ανατρεπτική οργάνωση, που ταράζει τα «ήσυχα» νερά της Παλινόρθωσης.

Καθώς η επανάσταση άρχισε να εδραιώνεται, άρχισε παράλληλα και ο προβληματισμός για την ανάληψη της εξουσίας στη νέα τάξη πραγμάτων, που είχε δημιουργηθεί. Οι φημολογίες περί Αόρατης Αρχής στη Φιλική Εταιρεία, αλλά και η βαθιά πεποίθηση των Φιλικών, πως θα βρισκόταν κάποιο σημαντικό πρόσωπο να αναλάβει τις τύχες της Επανάστασης και των επαναστατημένων Ελλήνων, είχαν αρχικά απωθήσει στο περιθώριο τις όποιες σκέψεις για συγκρότηση διακυβέρνησης πριν τον Αγώνα.

Έτσι, η ξαφνική Επανάσταση βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα κενό εξουσίας, που έπρεπε να διαχειριστεί άμεσα, καθώς ο Αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας είχε εγκλωβιστεί στην αποτυχία της Μολδοβλαχίας. Η συγκρότηση στοιχειώδους διοικητικού κρατικού μηχανισμού, που θα μπορούσε να διευθετήσει τα σωρευμένα προβλήματα της στρατιωτικής καθημερινότητας ήταν απολύτως αναγκαία. Αυτό το κενό της κεντρικής εξουσίας θα αναλάβουν οι ισχυροί παράγοντες των επαναστατημένων περιοχών, με τη σύσταση της Πελοποννησιακής Γερουσίας στη μονή των Καλτετζών (26 Μαΐου 1821).

Λίγες μέρες μετά, στις 12 Ιουνίου, κατεβαίνει στην Ελλάδα ο εκπρόσωπος του Αλέξανδρου Υψηλάντη, ο Δημήτριος Υψηλάντης, η άφιξη του οποίου έγινε με ενθουσιασμό, καθώς αντιπροσώπευε τη χειροπιαστή απόδειξη της περιβόητης Αόρατης Αρχής, από όλους, όσοι ήταν εχθρικά προσκείμενοι με την Πελοποννησιακή Γερουσία και τα πρώτα μέτρα που είχε λάβει. Έτσι, οδηγήθηκε η πολιτική κατάσταση σε μια μεγάλη διαμάχη και εν τέλει σε μια ρήξη ανάμεσα στα μέλη της δυαρχίας, που οδήγησε σε πολλά προβλήματα, την περίοδο που το νέο Κράτος προσπαθούσε να θεμελιώσει και να εδραιώσει μια ανεξάρτητη εθνική εξουσία. Ήδη, το εχθρικό πεδίο για τη Φιλική ήταν μια πραγματικότητα, που μπορεί να μην ήταν απόλυτα ορατή, αλλά σίγουρα υποβόσκουσα. Από τη μία, η εξέλιξη των γεγονότων του 1821 είχε δείξει απόκλιση της Φιλικής Εταιρείας και της Αόρατης Αρχής από τη Ρωσία και τον Τσάρο. Από την άλλη, στην Ευρώπη η συντηρητική Ιερά Συμμαχία έβρισκε ταύτιση των Καρμπονάρων της Ιταλίας με τους Φιλικούς, τους οποίους αντιμετώπιζε ως αναρχικούς ανατρεπτικούς της καθεστηκυίας τάξης. Η Παλινόρθωση, μαζί με την αρχή της νομιμότητας και τα απολυταρχικά καθεστώτα, επανέφερε και τη δίωξη των φιλελεύθερων ιδεών. Όσοι αγωνίζονταν για την εθνική τους ελευθερία ή ακόμη και για την κοινωνική δικαιοσύνη, αποτελούσαν μια κοινωνική απειλή για την κοινωνική γαλήνη που πρέσβευε η Ιερά Συμμαχία. Έτσι, καρμποναρισμός και γιακωβινισμός ήταν ιδεολογικά μιάσματα, που έπρεπε να κυνηγηθούν και να κατατροπωθούν από τις συντηρητικές κυβερνήσεις.

Οπότε, φαντάζει σα μοναδική λύση ο πολιτικός ελιγμός της αποσιώπησης της συμβολής της  δράσης της Φιλικής και των μελών της στην εξελισσόμενη επιτυχημένη ελληνική επανάσταση. Η πολιτική διπλωματία, στη βάση της πολιτικής σκοπιμότητας, οδηγεί στις σαφείς δηλώσεις για την καθαρά εθνική και όχι κοινωνική ιδεολογία της Επανάστασης, που βρίσκουμε σε όλα τα πρώτα κείμενα διακηρύξεων: στην Προκήρυξη του Υψηλάντη,  του Αχαϊκού Διευθυντηρίου, στη διακήρυξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας (23 Μαρτίου 1821), της Πρώτης Εθνοσυνέλευσης  (Επίδαυρος, 1/1-15/1/1822). Στο ίδιο ύφος, της απέκδυσης μιας συνωμοτικής επαναστατικής ταυτότητας του Αγώνα, είναι και η δημηγορία του Θ. Κολοκοτρώνη από τα Τρίκορφα, προς τους αγωνιστές, που απειλούσαν πρόκριτους, προσπαθώντας να αποτρέψει μια αιματοχυσία: « Έλληνες! Είμαι κι εγώ σύντροφός σας. Αλλά πρώτα να με ακούσετε που θα σας μιλήσω…. Γιατί θέλουμε να χάσουμε την πατρίδα μας σκοτώνοντας ο ένας τον άλλο; Εμείς εσηκώσαμε τ’ άρματα για τους Τούρκους και ακουστήκαμε στην Ευρώπη ότι σηκωθήκαμε οι Έλληνες για τους τυράννους … Αν σκοτώσουμε τους προεστούς τι θα μας πουν τότε; Θ’ ακουσθή σ’ όλον τον κόσμον και θα μας πουν τα βασίλεια ότι τούτοι δεν σηκώθηκαν για την πατρίδα και την ελευθερίαν τους αλλά για να σκοτωθούνε συνατοί τους … θα μας πουν Καρμπουνάρους, ρέμπελους κι ακατάστατους και κανένας δεν θα μας βοηθήση».

Στη Διακήρυξη, που επισφράγισε την Α΄ Εθνοσυνέλευση, επιτεύχθηκε να «λησμονηθεί η συμβολή της οικογένειας Υψηλάντη στον Αγώνα, να λησμονηθεί η Φιλική Εταιρεία, να αποδοθεί η επανάσταση του ελλαδικού χώρου όχι στην ενιαία απόφαση του Έθνους για εξέγερση εναντίον της τουρκικής κυριαρχίας, αλλά σε ειδικά γεγονότα και να δικαιολογηθεί η «αναρχία και η αταξία» που επικρατούσε από τις πολεμικές περιπέτειες, ενώ ήταν σε όλους γνωστό ότι αυτή ήταν αποτέλεσμα της διαμάχης και προκρίτων, που είχαν προκαλέσει οι τελευταίοι».

Η Διακήρυξη της Εθνοσυνέλευσης προς τις ξένες κυβερνήσεις, τόνιζε ότι η Ελληνική Επανάσταση δεν είχε σχέση με κοινωνικές ανατροπές, άρα δεν είχε σχέση με τους Καρμπονάρους, αλλά απέβλεπε στην ποθητή από αιώνες εθνική ανεξαρτησία. Η Α΄ Εθνοσυνέλευση αγνόησε και σιωπηρά κατάργησε τη σημαία των Φιλικών, όπως παραμέρισε και από την εξουσία τον Υψηλάντη, αποκλείοντας και παραγκωνίζοντας ολοκληρωτικά τη Φιλική Εταιρεία , που χρόνια πριν ξεκίνησε την επανάσταση.

Με την ψήφιση του Πολιτεύματος της Επιδαύρου δημιουργείται ένας νέος πόλος εξουσίας και αποτελεί «τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της Φιλικής Εταιρείας, ως ανώτατης αρχής του αγώνα. Ο αρχηγός της, Δημήτριος Υψηλάντης, δεν πέτυχε να γίνει αρχηγός της επαναστατικής ηγεσίας. Τα στελέχη της, είτε αποδέχθηκαν τη νέα πραγματικότητα και αφομοιώθηκαν από αυτήν είτε παραμερίστηκαν είτε περιορίστηκαν στην κατάληψη ελάσσονος σημασίας πολιτικών και διοικητικών θέσεων» Κι όπως, στην ίδια κατεύθυνση, σημειώνει ο Dakin πως ο αρχικός σχεδιασμός του Αλέξ. Μαυροκορδάτου είχε επιτευχθεί, καθώς πρόθεσή του ήταν « να μην επιτρέψει η ηγεσία να έχει αφετηρία της τη Φιλική Εταιρεία και να περάσει στον αποκλειστικό έλεγχο του Υψηλάντη και των καπεταναίων». Το προσωρινό Σύνταγμα «εκείνο που πέτυχε, πίσω από ένα προσωπείο σκόπιμα διαμορφωμένο για να εντυπωσιάσει την Ευρώπη, ήταν να βάλει σε κάποια τάξη την αναρχία που επικρατούσε».

Στην πρώτη Εθνοσυνέλευση «αξίζει να σημειωθεί ότι απουσιάζει κάθε μνεία ή αναφορά στη Φιλική Εταιρεία και στο όνομα Υψηλάντης, αντίθετα υπάρχουν σαφείς υπαινιγμοί εναντίον του και εναντίον των πολιτικών επιλογών του. Επιπλέον, η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στη Φιλική Εταιρεία και ο τίτλος «Προσωρινή Διοίκησις» είχε σκοπό να διασκεδάσει τις ανησυχίες και τους φόβους των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων για το χαρακτήρα της ελληνικής εξέγερσης. Την ίδια, λοιπόν, εποχή είχε δημιουργηθεί μία «πραγματικότητα δύσπιστη έως εχθρική απέναντι στα λαϊκά κινήματα, την οποία οι έλληνες πολιτικοί ηγέτες δεν έπρεπε, με κανέναν τρόπο, να προκαλέσουν προβαίνοντες σε καρμπονάρικες υπερβολές».

Έτσι, λοιπόν, ο κίνδυνος της ταύτισης της ελληνικής υπόθεσης με τα σχέδια μιας μυστικής, συνωμοτικής εταιρείας, ιακωβίνικου τύπου, παρόμοιας με αυτές που υπήρχαν στην ιταλική χερσόνησο, θα οδηγούσε την Επανάσταση σε αποτυχία»

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως η Ελληνική Επανάσταση και τα επόμενα ελληνικά αλυτρωτικά κινήματα καταδικάστηκαν από «τον Μαρξ και τον Ένγκελς ..με την κατηγορία ότι υποκινούνταν από τη Ρωσία».


Μύηση Καρμπονάρων


Φιλέλληνες...Καρμπονάροι

Όπως ήταν λοιπόν φυσικό, οι Έλληνες κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διαχωρίσουν τις επαναστατικές τους πράξεις από εκείνες των Καρμπονάρων. Καυ αυτό διότι οι Καρμπονάροι διώχνονταν στην Ευρώπη με την κατηγορία θα λέγαμε σήμερα των «αναρχικών» που επιδίωκαν την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έλεγε: «κακοί άνθρωποι, οι καρμπονάροι», ταυτίζοντας ουσιαστικά τον επαναστατικό δημοκρατικό αγώνα της «Καρμποναρίας» με την ανθρώπινη κακία.

Όμως,  πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι πολλοί φιλέλληνες ήσαν Καρμπονάροι (λ.χ. ο προσωπικός φίλος του λόρδου Μπάϋρον Πιέτρο Γκάμπα, Pietro Gamba, 1801 – 1828, που είχε συλληφθεί στις 10 Ιουλίου 1821 μαζί με τον πατέρα του κόμη Ruggero Gamba και εξοριστεί, και εν συνεχεία είχε συμμετάσχει στην Επανάσταση των Ελλήνων κατά των Οθωμανών, πεθαίνοντας τελικά το 1828 στο στρατόπεδό του στα Μέθανα, σε ηλικία μόλις 27 ετών).

Παρ’ όλα αυτά οι δυνάμεις της «Ιερής Συμμαχίας» πίστευαν ότι αυτή η ίδια η Ελληνική Επανάσταση δεν ήταν παρά τοπική εφαρμογή ενός πανευρωπαϊκού ενιαίου καρμποναρικού σχεδίου.


Σύμφωνα μάλιστα με τον Χόμπσμπαουμ, «ο Καρμποναρισμός παρέμεινε η κύρια μορφή επαναστατικής οργάνωσης, και η διάθεσή του να συμβάλει στην ελληνική απελευθέρωση τον βοήθησε να διατηρήσει την συνοχή του… ενώ οι πολιτικοί πρόσφυγες από την Πολωνία και την Ιταλία τον διέδωσαν ακόμα πιο μακριά». Τον Ιούλιο του 1823 μάλιστα ιδρύθηκε και στην Ελβετία, με βοήθεια μάλιστα από τον Ιωάννη Καποδίστρια που διατηρούσε επαφές με τους Καρμπονάρους για την υποστήριξη της ελληνικής Επανάστασης, η επαναστατική καρμποναρική στοά «Γαλάτες Αναμορφωτές» («Reformateurs Gaulois»), αν και από την άλλη μια καινούργια καταδίκη των Καρμπονάρων ήλθε το 1825 από τον Πάπα Λέοντα τον ΙΒ.


Καρμπονάροι  αγωνιστές της εθνεγερσίας: Μυστικές Εταιρείες στα χρόνια της Επαναστάσεως του 1821


Η ανέκδοτη έως τώρα εμπιστευτική αναφορά του Γενικού προξένου του Παπικού Κράτους στην Κέρκυρα Μαρκήσιου Cαrlo de Ribas-Pieri (Κέρκυρα 18/30 Ιουλίου 1825), που απευθύνεται προς τον Γραµµατέα του Κράτους του Βατικανού (Υπουργό των Εξωτερικών) καρδινάλιο Giulio Maria della Sοmaglia, αποτελεί πολύτιµο ιστορικό ντοκουμέντο για τον αξιόλογο εθνικοαπελευθερωτικό ρόλο των µυστικών εταιρειών κατά την διάρκεια της Ελληνικής Εθνεγερσίας.  Από τα έγγραφα, εξακριβώνεται η λειτουργία κανονικού Καρµποναρικού Εργαστηρίου, στην επαναστατηµένη Ελλάδα και στην περιοχή της Κορίνθου (1822).

Και πρώτα-πρώτα είναι χαρακτηριστική, αλλά και αξιοθαύµαστη, η ακούραστη προσπάθεια, όχι µόνο των ηγετών της Ελληνικής Επαναστάσεως, αλλά και κάθε µυηµένου µέλους, Ευρωπαίου ή Έλληνα, στον Καρµποναρισµό, για την επιµελέστατη απόκρυψη κάθε αχναριού της εταιριστικής αυτής κινήσεως στην ανταριασµένη χώρα.

Ο λόγος είναι πασίγνωστος.  Οι Καρµπoνάροι, µέλη της µυστικης πολιτικής οργανώσεως που ιδρύθηκε, όπως είναι γνωστό, στη Νάπολη της Ιταλίας στα τέλη του 18ου αιώνα, µε σκοπούς εθνικοαπελευθερωτικούς και δηµοκρατικούς, καθιερώνοντας αλιγορικές ονοµασίες κλπ. από τη ζωή των καρβoυνιάρηδων και παραλλαγές από τα τυπικά του Ελευθέρου Τεκτονισµού, ήταν αληθινός εφιάλτης των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων της εποχής (Ιερή Συµµαχία).

Είναι γνωστό επίσης ότι στο περίφηµο συνέδριο του Λάιµπαχ (Γενάρης – Μάης 1821) οι Καρµπονάροι κηρύχθηκαν ένοχοι εσχάτης προδοσίας, µε την ποινή του θανάτου. Eπόµενo ήταν λοιπόν η επαναστατηµένη Eλλάδα, που αγωνίστηκε από την πρώτη στιγµή στον τοµέα της διπλωµατίας, για την αναγνώριση των ιερών δικαίων της από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, να πασχίζη κάθε φορά για να φαίνεται σ’ αυτές ως άσχετη και ξένη στις καρµποναρικές αρχές και ιδέες.


                                           Σ. Σανταρόζα


Από την άλλη µεριά, ωστόσο, έρχονται στην επαναστατηµένη Ελλάδα ενθουσιώδεις Ευρωπαίοι εθελοντές μεταξύ των οποίων και καρµπονάροι, για να δώσουν ακόµα και τη ζωή τους στον Ιερό Αγώνα. Ξεχωριστές  προσωπικότητες Ευρωπαίων Καρµπονάρων, όπως του Κόντε Σανταρόζα, του Λόρδου Μπάιρον, του Στρατηγού Ροζαρώλ, του Μεγάλου Διδασκάλου της Vendita Colleli, του ηρωικού Συνταγµατάρχη και Ιππότη Torella και τόσων άλλων, έρχονται στην Ελλάδα για να πολεµήσουν και να θυσιασθούν.


ΠΗΓΗ: https://truestory.gr/2018/10/15/apel-agonas-1821/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου