Η τραγική ιστορία πίσω από την serial killer της Ολλανδίας με τα περισσότερα θύματα
Η Maria “Καλή Mie” Swanenburg δηλητηρίασε τουλάχιστον 65 γείτονες. Μια ιστορία φτώχειας και φόνων.
Τον Δεκέμβριο του 1883, ο Hendrik Frankhuizen -ένας άνδρας από μια πολύ φτωχή γειτονιά στην πόλη Λέιντεν της Ολλανδίας- πήγε στον γιατρό, καθώς ένιωθε για μέρες αφόρητο πόνο. Ο νεογέννητος γιος του και η γυναίκα του είχαν ήδη πεθάνει από ασταμάτητη διάρροια και εμετό. Ο θάνατος μιας μητέρας και ενός παιδιού δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο τότε, ιδίως εκεί που ζούσε η οικογένεια - σε μια γειτονιά όπου η χολέρα (που προκαλεί παρόμοια συμπτώματα) ήταν συχνό φαινόμενο.
Ο Frankhuizen είχε τα ίδια συμπτώματα με την οικογένειά του, αλλά κατάφερε να πάει στον γιατρό. Ο Wijnand Rutgers van der Loeff αναγνώρισε τα συμπτώματα του Frankhuizen. Την ίδια εβδομάδα είχε δει άλλον έναν ασθενή που παραπονιόταν για τα ίδια πράγματα, από την ίδια γειτονιά. Ο Rutgers van der Loeff είχε μια υποψία: μήπως κάποιος δηλητηρίαζε τους κατοίκους της γειτονιάς;
Δυστυχώς ο Frankhuizen δεν κατάφερε να σωθεί. Πέθανε 11 μέρες αργότερα σε ένα νοσοκομείο εκεί κοντά. Αλλά η υπόθεσή του αποτέλεσε έναυσμα για αστυνομική έρευνα. Σύντομα ανακαλύφθηκε μια πιθανή αλλά αδιανόητη ύποπτη: η 44χρονη Maria Swanenburg, γνωστή ως “Goeie Mie” (“Καλή Mie”) λόγω της φροντίδας και της αξιοπιστίας που επιδείκνυε. Η Swanenburg ήταν η νύφη του Frankhuizen.
Αφότου ανακοινώθηκε ότι η Swanenburg ήταν βασική ύποπτη, εμφανίστηκαν κι άλλοι γείτονες, οικογένειες με τις οποίες είχε επαφή και μέλη τους είχαν πεθάνει ξαφνικά. Συνολικά, η Swanenburg καταδικάστηκε για τη δολοφονία 23 ανθρώπων, αλλά υπάρχουν υποψίες ότι σκότωσε πάνω από 100.
Ο ιστορικός Stefan Glasbergen κατέγραψε την ιστορία της Maria Swanenburg στο βιβλίο του i Goeie Mie: Biografie van een Seriemoordenares (Καλή Mie: Βιογραφία μιας serial killer), το οποίο κυκλοφόρησε στα ολλανδικά το 2019. «Μπορείς να μάθεις πολλά για εκείνη την εποχή αν δεις την ιστορία μέσα από τα μάτια της», λέει ο Glasbergen.
Η ιστορία της Swanenburg ξεκίνησε στις 9 Σεπτεμβρίου του 1839, στην πόλη Λέιντεν. Γεννημένη σε μια φτωχή οικογένεια με πολλά παιδιά, κάποια από τα οποία πέθαναν μικρά από χολέρα, κατέληξε να ζει σε ένα μικρό εργατικό αγροτόσπιτο με τα 11 μέλη της οικογένειάς της.
«Έμπαινες από μια μικροσκοπική πορτούλα κι εκεί κοιμούνταν οι γονείς της. Στο πίσω μέρος υπήρχε μια κουζίνα, αλλά συχνά μαγείρευαν έξω. Τα παιδιά κοιμούνταν πάνω, ακριβώς κάτω από τη στέγη. Δεν υπήρχε μόνωση εκεί. Όταν έβρεχε, βρεχόταν. Όταν φυσούσε, έμπαζε αέρα», εξηγεί ο Glasbergen.
Ο πατέρας της Swanenburg απολυόταν διαρκώς, έτσι η οικογένεια είχε δυσκολίες. Στα 12 της χρωστούσαν πολλά νοίκια και έχασαν το σπίτι τους. Μετακόμισαν στο Singelstraat, μια σκληρή γειτονιά όπου κατοικούσαν οι φτωχότεροι εργάτες της πόλης. «Οι γείτονες, που αργότερα κατέθεσαν στη δίκη, είπαν ότι τα κορίτσια δεν έβγαιναν έξω. Έπλεκαν ρούχα όλη μέρα για να τα πουλήσουν», λέει ο Glasbergen. Αυτό όμως ήταν απόλυτα φυσιολογικό τότε, συμπληρώνει.
Λόγω της κατάστασης η Swanenburg πιθανόν δεν πήγε σχεδόν καθόλου σχολείο. «Ξέρουμε ότι δεν ήξερε να γράφει γιατί υπέγραψε με Χ το πιστοποιητικό γάμου της», λέει ο Glasbergen. Στα 28 της παντρεύτηκε τον πατέρα των παιδιών της, τα οποία γεννήθηκαν πριν τον γάμο τους. Αργότερα, το γεγονός αυτό πυροδότησε κουτσομπολιά και εικασίες.
«Επειδή έκανε παιδιά πριν παντρευτεί, θεωρούνταν ελευθέρων ηθών, όμως δεν υπάρχουν τέτοια στοιχεία. Αλλά εφόσον είναι serial killer ο κόσμος υποθέτει ότι απέτυχε ως γυναίκα. Επίσης, δεν ξέρουμε τι σχέση είχε με τον άνδρα της. Εκείνος κατέθεσε στη δίκη της, αλλά τα αρχεία χάθηκαν αργότερα σε πυρκαγιά. Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι δεν αγαπιούνταν», επισημαίνει ο Glasbergen.
Λίγο αφότου παντρεύτηκαν δύο από τα παιδιά της πέθαναν. Αργότερα, την υποψιάστηκαν για δηλητηρίαση, αλλά σύμφωνα με έρευνα του Glasbergen, μάλλον πέθαναν από χολέρα. «Ό,τι κι αν έκανε, δεν μπορούσε να γλιτώσει από τη μιζέρια που την ακολουθούσε από παιδί», συμπληρώνει ο Glasbergen. Μετά τον θάνατο των παιδιών, η Swanenburg απέκτησε πρόβλημα με το ποτό. Και λίγο αργότερα άρχισε να δηλητηριάζει κόσμο.
"DE LEIDSCHE GIFMENGSTER" (Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΪΝΤΕΝ ΠΟΥ ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΖΕΙ) ΤΟΥ ROELOF RAAR. 1885. ΕΙΚΟΝΑ: STEFAN GLASBERGEN
Στην αρχή οι δολοφονίες της Swanenburg είχαν οικονομικό κίνητρο. Μερικές φορές είχε καταφέρει να μπει στη διαθήκη κάποιου πριν τον σκοτώσει. Επίσης δολοφονούσε ανθρώπους στους οποίους χρώσταγε, αλλά ο βασικός της τρόπος να βγάζει χρήματα από τις δολοφονίες, ήταν παίρνοντας ασφάλεια κηδείας από τα θύματα της. Τότε μπορούσε να το κάνει όποιος ήταν πρόθυμος να πληρώσει το τέλος - όχι μόνο τα μέλη της οικογένειας.
Αυτή η ασφάλεια ήταν πολύ συνηθισμένη στις φτωχές οικογένειες που δεν είχαν χρήματα για την ταφή. Τότε μπορούσες να βγάλεις πολλές ασφάλειες κηδείας για ένα άτομο. Το πρώτο τέλος ασφάλειας χρησιμοποιούνταν για να καλύψει τα κόστη της κηδείας, οι πληρωμές της δεύτερης και της τρίτης ασφάλειας μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως οικονομική εγγύηση, ενώ το εισόδημα της οικογένειας ρυθμιζόταν εκ νέου. Αυτά τα λεφτά έπαιρνε η Swanenburg.
«Οι γείτονες ήταν πιο πιθανό να βοηθάμε ο ένας τον άλλον εκείνη την εποχή και τη Maria τη σέβονταν. Αν ήθελες κάποιον να φροντίσει τα παιδιά σου ή να σου πλύνει τα ρούχα, μπορούσες να πας στην Καλή Mie», λέει ο Glasbergen. Έτσι η Swanenburg βρισκόταν συχνά στα σπίτια των άλλων και μπορούσε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των θυμάτων τους και να τους δολοφονήσει κεκλεισμένων των θυρών. Η μέθοδός της ήταν απλή, απλώς έβαζε αρσενικό -που χρησιμοποιούνταν ευρέως για τα παράσιτα- στο φαγητό και το ποτό των θυμάτων.
Το χημικό είναι πολύ τοξικό. Προκαλεί διάρροια, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε θανάσιμη αφυδάτωση. Όταν το αρσενικό φτάσει στο αίμα, καταστρέφει τα όργανα. Όταν φτάσει στον εγκέφαλο έχεις φρικτούς πονοκεφάλους και φωτοευαισθησία. Στο τέλος, η καρδιά και οι νεφροί σου καταρρέουν. «Είναι πολύ επώδυνος θάνατος. Οι αφηγήσεις από αυτόπτες μάρτυρες που είδαν μέλη της οικογένειας τους να πεθαίνουν είναι πραγματικά φρικτές», λέει ο Glasbergen.
Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΗΣ ΚΑΛΗΣ MIE, ΑΠΟ ΛΙΘΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ROELOF RAAR. 1885. ΕΙΚΟΝΑ: STEFAN GLASBERGEN
Αν και οι πρώτοι φόνοι έγιναν για να βελτιωθεί η οικονομική της κατάσταση, κάποια στιγμή οι φόνοι τής έγιναν ψυχαναγκασμός. Μάλιστα, αφότου δολοφόνησε δύο αδερφές τις οποίες πρόσεχε, δηλητηρίασε και τον καφέ που πρόσφερε στους συγγενείς στην αγρυπνία. «Επιβίωσαν αλλά αποπειράθηκε να δολοφονήσει έξι άτομα, ανάμεσά τους την έγκυο μητέρα των νεκρών αδερφών», λέει ο Glasbergen.
Αλλά με τόση αρρώστια και θάνατο γύρω της, γιατί κανείς δεν σήμανε συναγερμό; «Οι άνθρωποι σε εκείνη τη γειτονιά ήταν συνηθισμένοι στον θάνατο. Παιδιά πέθαιναν συχνά και υπήρχαν πολλές επιδημίες, εν μέρει λόγω της έλλειψης αποχετευτικού συστήματος της πόλης. Σχεδόν κανείς δεν έφτανε ως τα γεράματα», λέει ο Glasbergen. Άλλωστε, οι γιατροί ήταν πολύ ακριβοί για την εργατική τάξη. Συχνά δεν πήγαιναν καν όταν τους καλούσαν. Γι’ αυτό για λίγο καιρό κανείς δεν ήξερε από τι πέθαιναν όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Όλα αυτά άλλαξαν με τον Hendrik Frankhuizen.
ΞΕΘΑΒΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΤΩΜΑΤΑ, ΤΟΥ ROELOF RAAR. 1885. ΕΙΚΟΝΑ: STEFAN GLASBERGEN
Όταν η Swanenburg συνελήφθη, η αστυνομία βρήκε πολλές ασφάλειες στο όνομά της και άρχισε να υποψιάζεται. Μίλησαν με πολλούς που είχαν σχέση μαζί της και μέλη των οικογένειών τους πέθαναν, και ξέθαψαν πτώματα για να κάνουν τεστ για ίχνη αρσενικού - βρέθηκε σε δεκάδες πτώματα. Τελικά, δηλητηρίασε περίπου 65 άτομα που ήξερε και 23 πέθαναν, αν και οι υποψίες είναι για πολλά περισσότερα θύματα.
Όλο αυτό ερχόταν σε πολύ μεγάλη αντίθεση με την εικόνα που είχε δημιουργήσει στη γειτονιά, σε βαθμό που ο κόσμος θύμωσε με την αστυνομία όταν τη συνέλαβε. «Όταν μαθεύτηκαν οι πράξεις της, όλοι είχαν κάτι να πουν για εκείνη. Υπήρχε μεγάλη αίσθηση αηδίας στα άρθρα των εφημερίδων, αλλά κι ένας τόνος εντυπωσιασμού, παραδόξως», λέει ο Glasbergen. Το μικρό σπίτι όπου ζούσε με την οικογένεια της έγινε ορόσημο. «Υπάρχει και ταμπέλα απ’ έξω», συμπληρώνει ο Glasburgen.
Και ο άνδρας της; Εκείνος μάλλον τη γλίτωσε. «Συνελφήθη αλλά αφέθηκε ελεύθερος. Τα μίντια τον παρουσιάσαν σαν θύμα μιας τρελής γυναίκας», λέει ο Glasbergen. Δεν είναι σαφές όμως πόσα ήξερε, ιδίως εφόσον υπήρξαν τόσες απόπειρες δηλητηρίασης και θάνατοι στην οικογένειά του και η Maria έφερνε αρκετές επιταγές κάθε χρόνο από αυτές τις ασφάλειες. «Πώς γίνεται να μην ήξερε;» αναρωτιέται ο Glasbergen.
Η ΚΑΛΗ MIE ΣΤΗ ΔΙΚΗ, ΤΟΥ VICTOR DE STUERS. 1885. ΕΙΚΟΝΑ: STEFAN GLASBERGEN
Η σύλληψη της Swanenburg προκάλεσε μεγάλη αναταραχή. Οι νόμοι για την πώληση του αρσενικού τροποποιήθηκαν, και πολλοί δημοσιογράφοι και διανοούμενοι υποστήριξαν την επαναφορά της θανατικής ποινής μόνο για την περίπτωσή της. Στο τέλος, η Swanenburg πέθανε στη φυλακή το 1915, μετά από 20 χρόνια εγκλεισμού.
Αλλά για τον Glasbergen, το πιο ενδιαφέρον στην ιστορία της Swanenburg είναι το πόσα λέει για την αστική κοινωνική καταπίεση στην Ολλανδία εκείνη την εποχή. «Κάθε στερεότυπο της ζωής από εκείνη την εποχή -ασθένειες, φτώχεια, ανισότητα- υπάρχει στην ιστορία της», λέει ο Glasbergen. «Οι επιλογές της ήταν λάθος, φυσικά. Αλλά αναρωτιέμαι: θα είχε κάνει τα ίδια πράγματα σήμερα, με πολύ καλύτερο δίκτυο κοινωνικής ασφάλειας; Δεν το νομίζω».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου