Ανέκδοτη αφήγηση για τον τορπιλισμό της Έλλης (15 Αυγούστου 1940)
Οι σημειώσεις αυτές είναι από τα απομνημονεύματα του Βασιλείου Δρακόπουλου (1910-1989), στις οποίες διατηρήθηκε το ύφος και ο τρόπος γραφής. Ο κ. Δρακόπουλος γεννήθηκε το 1910 εις το Σεβδίκιοι Σμύρνης Μικράς Ασίας σημερινό Gazimir. Εβίωσε τη σφαγή και καταστροφή της Σμύρνης το 1922, όπου ο πατήρ του ήταν από τα θύματα της σφαγής. Ακολούθως, ζώντας στην Αθήνα, ασχολήθηκε με νομικά, ναυτιλιακά και μετείχε στο Αλβανικό έπος του 1940.
Κατά την παραμονή μας στην Τήνο παρατηρήσαμε ότι κάθε πρωί έκανε την εμφάνισή του ένα αεροπλάνο πάνω από το λιμάνι της Τήνου χωρίς διακριτικά σήματα. Επρόκειτο, όπως μας έλεγαν οι Τηνιακοί, για Ιταλικό αναγνωριστικό.
Στις 15 Αυγούστου, που ήταν η εορτή της Παναγίας και ήλθαν προσκυνητές από όλη την Ελλάδα και γέμισε η Τήνος από ανθρώπους και το λιμάνι από καράβια, κατά τις 8:00 το πρωί φάνηκε το Ιταλικό αεροπλάνο (χωρίς σήματα) και ενώ τις άλλες μέρες δεν καθυστερούσε αλλά απλώς πέρναγε πάνω από το λιμάνι, εκείνη την ημέρα έκοβε βόλτες συνεχώς πάνω από το λιμάνι και διερωτηθήκαμε γιατί γίνεται αυτό σήμερα, οπότε ο καπετάν Γιάννης ο Κουρεντζής μας είπε: «Μα δε βλέπετε ότι έχει έλθει το καταδρομικό ΕΛΛΗ έξω από το λιμάνι και μέσα το λιμάνι είναι γεμάτο καράβια; Ίσως παίρνει φωτογραφίες για να εξακριβώσει γιατί αυτές οι κινήσεις». Εν τω μεταξύ, το αεροπλάνο εξακολουθούσε να υπερίπταται με μικρές διακοπές μέχρι τις 8:15.
Το καταδρομικό ΕΛΛΗ είχε εκτός του οπλισμού του κανονικού και 120 ανθυποβρυχιακές βόμβες. Κατά τις 8:30 είχε απλώσει την τέντα και ο κυβερνήτης Χατζόπουλος είχε διατάξει και ετοιμαζότανε άγημα, που ήθελε να μετάσχει στην περιφορά της εικόνας της Παναγίας. Ξαφνικά εκεί που καθόμασταν στην βεράντα του ξενοδοχείου και τρώγαμε σύκα ακούμε έναν υπόκωφο κρότο από το λιμάνι, κατόπιν δεύτερο και τρίτο και βλέπουμε το άλμπουρο του ΕΛΛΗ να πέφτει προς την πλώρη του καραβιού.
Ο καπετάν Γιάννης βάζει τις φωνές: «Τους βλάκες, τους έσκασε καζάνι» και όμως μετά προσέξαμε μεγάλη αναταραχή στην κουβέρτα του ΕΛΛΗ και να καίγεται -όπως είπε ο καπετάν Γιάννης (είχε υπηρετήσει στο ΕΛΛΗ)- το ντεπόζιτο πετρελαίου στην κουζίνα, τους δε ναύτες να πέφτουν στη θάλασσα κολυμπώντας προς την στεριά, τους δε βαρκάρηδες της Τήνου να κωπηλατούν προς το ΕΛΛΗ. Δυστυχώς ήσαν τορπίλες από το υποβρύχιο, που όλοι τότε υποψιάσθηκαν με βεβαιότητα ότι ήταν Ιταλικό.
Το υποβρύχιο αυτό έριξε μια τορπίλη κατά του ΕΛΛΗ (και το πέτυχε) και δύο άλλες κατά των επιβατηγών πλοίων, που ευρίσκοντο στο λιμάνι πλευρισμένα σε ένα χαμηλό μόλο. Ευτυχώς οι τορπίλες έσκασαν στο μόλο και έτσι γλύτωσαν πολλοί το θάνατο, διαφορετικά θα θρηνούσαμε πολλά θύματα από τους προσκυνητές, που ήσαν ως επί το πλείστον γυναίκες παιδιά και ασθενείς.
Τρέξαμε αμέσως και κατεβήκαμε στο λιμάνι ανάμεσα στον κόσμο τον ανήσυχο αλλά όχι πανικοβλημένο, μάλλον αγριεμένο. Όταν μάλιστα είδαμε τους πρώτους τραυματίες που έβγαλαν από το ΕΛΛΗ οι Τηνιακοί βαρκάρηδες, που τους άξιζε ένας έπαινος ή ένα παράσημο γιατί αν δεν ήσαν αυτοί πολλοί τραυματίες θα έχαναν την ζωή τους παρασυρόμενοι στο βυθό. Το τραγικό είναι ότι ενώ τα ναυτάκια του ΕΛΛΗ με το πρώτο ΜΠΑΜ έκανα ΜΠΛΟΥΜ (πέσανε στη θάλασσα να σωθούν) οι βαρκάρηδες έτρεξαν να δώσουν βοήθεια (γι’αυτό δεν υπάρχουν καλοί και κακοί στρατιώτες αλλά καλή ή κακή διοίκηση).
Για την τάξη στο λιμάνι, είχε έρθει τότε ένας λιμενικός ονόματι Θεοδώρου. Σ’ αυτόν είπε ο Κουρεντζής να του επιτρέψει να πάρει το επιβατηγό ΕΣΠΕΡΟΣ και να ρυμουλκήσει το ΕΛΛΗ στα ρηχά για να μη βουλιάξει. Η απάντησή του Θεοδώρου ήταν: «Εσύ δεν μπορείς γιατί δεν είσαι ένστολος». «Τότε βάλτε κάποιον άλλο, βιασθείτε, γιατί όπως φαίνεται, το καράβι έχει ρήγμα στα ύφαλα και θα βουλιάξει».
Πράγματι, ύστερα από λίγο, διετάχθη ο πλοίαρχος του ΕΣΠΕΡΟΣ (τον οποίον ζητούσαν και δεν τον εύρισκαν, διότι το είχε σκάσει μαζί με τους καπεταναίους του ΣΟΦΙΑ ΤΟΓΙΑ και των άλλων βαποριών). Όταν πλησίασε το ΕΣΠΕΡΟΣ στο ΕΛΛΗ, δεν υπήρχε απάνω άνθρωπος να κόψει τις καδένες (είχε αγκυροβολήσει) και έτσι έφυγε άπρακτος, εγκαταλείποντας το ΕΛΛΗ στην τύχη του, που συνέχιζε να καίγεται η τέντα του επάνω στο κατάστρωμα.
Τότε, πανικόβλητος ο λιμενικός Θεοδώρου, μη πάρουν φωτιά οι ανθυποβρυχιακές βόμβες που ήσαν τοποθετημένες στο κατάστρωμα, διέταξε την εκκένωση της πόλης από τον πληθυσμό και τότε ποιός είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Τέτοιος πανικός επεκράτησε, που έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί την μάνα. Εμείς δεν πήγαμε πουθενά, μείναμε στο λιμάνι και κατά τις 9:00 με 9:15 είδαμε το ωραίο καράβι να βυθίζεται μπροστά στην είσοδο του λιμανιού της Τήνου.
Τέτοιος πανικός επικράτησε, που ακόμη και οι υπάλληλοι των πρακτορείων των καραβιών έφυγαν, αφήνοντας τις εισπράξεις από τα εισιτήρια επάνω στα γραφεία τους. Οι πρώτοι ναύτες του ΕΛΛΗ που βγήκαν κολυμπώντας στη στεριά, ήταν και είναι ακόμη μια εκκλησία καθολική η SANANTONIO. Σε αυτή την εκκλησία είχαν σηκώσει Ιταλική σημαία. Όπως ήταν επόμενο, οι ναύτες έσκισαν την σημαία και έσπασαν τα τζάμια της εκκλησίας. Συγχρόνως παρατηρήθηκαν και αραιές κινήσεις Καθολικών (Φραγκοτηνιακών), οι οποίοι ασφαλώς θα ήσαν όργανα των μυστικών υπηρεσιών των Ιταλών.
Όταν βούλιαξε το ΕΛΛΗ, επανήλθε ο κόσμος στην πόλη και ηρέμησαν κάπως τα πράγματα. Από το ΕΛΛΗ έβγαλαν οι βαρκάρηδες της Τήνου (αυτό το τονίζω) και όχι το πλήρωμα, 30 περίπου τραυματίες και 6 ή 5 σκοτωμένους (δεν θυμάμαι αν έμειναν μέσα άλλοι). Κανείς δεν έμαθε δεδομένου ότι ο Μεταξάς (ο δικτάτορας), έδωσε εντολή στις εφημερίδες να γράψουν για 2 νεκρούς και πέντε τραυματίες και ότι το πλοίο εβυθίσθη από υποβρύχιο αγνώστου εθνικότητας, ενώ όλοι ξέραμε ότι το υποβρύχιο ήταν Ιταλικό.
Οι βαρκάρηδες που κοίταξαν με γυαλιά το βυθισμένο πλέον σκάφος, είδαν έξω από φινεστρίνι καμπίνας ένα κεφάλι ανθρώπινο και όπως μαθεύτηκε ήταν του ιατρού του ΕΛΛΗ, που κλείσθηκε μέσα στην καμπίνα του την ώρα που έγινε η έκρηξη της τορπίλης, από φρακάρισμα της πόρτας και επειδή δεν ενδιαφέρθηκε κανείς γι’αυτόν, έμεινε κλεισμένος στην καμπίνα μέχρι που βούλιαξε το καράβι με το κεφάλι του έξω από το φινεστρίνι.
Αυτά βέβαια δεν τα γνωρίζει ο κόσμος και δυστυχώς δεν πρόκειται να τα μάθει, διότι σε κάθε επέτειο του Τορπιλισμού (15 Αυγούστου) η τηλεόραση και τα ραδιόφωνα ποτέ δεν κάλεσαν ένα αυτόπτη μάρτυρα να πει ότι είδε και άκουσε. Το αντίθετο μάλιστα, ορισμένοι που μίλησαν σαν αυτόπτες κάθε άλλο παρά ήσαν παρόντες στον τορπιλισμό. Είπαν και αυτοί ότι είπε και ο Μεταξάς για τον τορπιλισμό.
Μετά απ’όλα αυτά και κατά τις 12 το μεσημέρι έγινε και η τελετή και λιτάνευση της εικόνας της Παναγίας. Έβγαλε λόγο ο Δεσπότης Κυκλάδων, κατεφέρθη κατά των βαρβάρων και αντίχριστων που τορπίλισαν το ΕΛΛΗ, αλλά όνομα ή εθνικότητα του υποβρυχίου δεν ανέφερε, δια τον απλούστατο λόγο ότι η λογοκρισία του δικτάτορα το απαγόρευσε.
Αυτά έγραψα με την παράκληση όποιος τα διαβάσει εκ των απογόνων μου ή ξένος, να φροντίσει να μαθευτούν από τον λαό για να γνωρίζει ο λαός την αλήθεια. Όπως μάθαμε από το πρακτορείο που έβγαλε την κατάσταση (τα εισιτήρια) του πληρώματος του ΕΛΛΗ για την επιστροφή με επιβατηγό σκάφος, ο αριθμός αυτών που επέστρεφαν ήτο 180, ενώ το συνολικό πλήρωμα του πλοίου ήτο 230 (σ’ αυτούς που επέστρεφαν ήσαν και οι ελαφρά τραυματίες).
Εν τω μεταξύ, οι προσκυνητές ως επί το πλείστον φτωχοί άνθρωποι άρχισαν να στερούνται και το ψωμί, είχαν περάσει τρεις μέρες από τον τορπιλισμό και οι περισσότεροι έμεναν στο ύπαιθρο και έμεναν νηστικοί ελλείψη χρημάτων. Την 5η ημέρα ήλθαν και άλλα καράβια καθώς και 3 πολεμικά. Μπήκε όλος ο κόσμος και έγινε μια νηοπομπή με δέκα περίπου καράβια, την οποία συνόδευαν τα αντιτορπιλικά και ένα σμήνος υδροπλάνων (3 υδροπλάνα) και κατόρθωσαν να φθάσουν αμέσως στον Πειραιά.
Τώρα θα δούμε από δικής μας πλευράς αν και ποιός ευθύνεται για το κακό που έγινε.
Μαθεύτηκε ότι το ΕΛΛΗ στις 14 Αυγούστου ευρίσκετο στη Μήλο εν πλήρη πολεμική ετοιμότητα, οπότε διετάχθη την νύκτα να πλεύση εις Τήνον για να μετάσχει στον εορτασμό της Παναγίας την επόμενη πρωί και ότι κατά τον πλουν από την Μήλο υπέστη επίθεση Ιταλικού αεροπλάνου.
Αυτό και μόνον το γεγονός θα έφθανε για να διατάξει ο κυβερνήτης, όπως το πλήρωμα και το σκάφος βρίσκονται σε πολεμική ετοιμότητα ανά πάσαν στιγμήν και όμως ο κυβερνήτης ονόματι Χατζόπουλος μόλις έφθασε στην Τήνο, αντί να περιπολεί και να οργώνει την θάλασσα ψάχνοντας για υποβρύχια (είχε τα απαραίτητα ηχοβολιστικά μηχανήματα καθώς και 120 ανθυποβρυχιακές βόμβες) και ερευνώντας τον αέρα για αεροπλάνα, αυτός αγκυροβόλησε μπροστά από το λιμάνι της Τήνου, διέκοψε την επιφυλακή του πληρώματος, άπλωσε στο κατάστρωμα τις τέντες για τον ήλιο και ετοίμαζε το άγημα για την παρέλαση και την λιτάνευση της εικόνας της Παναγίας.
Ακόμη και όταν είδε το αεροπλάνο χωρίς διακριτικά σημεία δεν έδωσε καμιά σημασία, παρόλο που αυτό περιίπτατο επί 15 λεπτά πάνω από το λιμάνι. Ελέχθη ότι τηλεγράφησε στο επιτελείο του Ναυτικού και του απάντησαν να μην ανησυχεί, εφόσον ευρίσκεται μέσα στα χωρικά μας ύδατα και έτσι και αυτός ξένοιασε, γιατί όπως φαίνεται ήταν άνθρωπος ανεύθυνος, δηλαδή μειωμένης πνευματικής καταστάσεως, και η ενέργειά του ακόμη να τηλεγραφήσει στο επιτελείο τι να κάνει ήτο ανόητη, διότι αυτός ήτο ο αυτόπτης μάρτυρας και πρέπει να ήξερε τι θα έκανε όταν διαπίστωνε επικίνδυνες καταστάσεις. Το πολύ να τους έλεγε ποιά ήταν η πραγματικότητα, να ζητούσε την άδεια να χτυπήσει πριν τον χτυπήσουν. Συμπέρασμα… όλα θα ήταν περιττά και ο τορπιλισμός δεν θα γινόταν, αν ο Χατζόπουλος περιπολούσε εντός των χωρικών υδάτων αντί να στρογγυλοκάθεται κάτω από τις τέντες, περιμένοντας να βγει στη στεριά για παρέλαση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου