Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2023

Από το ιστίο στον ατμό και από τον τροχό στην προπέλα – η περίπτωση της Ελλάδας



Ήδη από την εποχή της Επανάστασης είχε φτάσει στην Ελλάδα η Καρτερία του Άστιγγος, ενώ δεύτερο ατμοκίνητο ήταν ο Ἑρμῆς, επί του οποίου επέβαινε ο Κόχραν. Η Καρτερία είχε αγοραστεί κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Είχε ναυπηγηθεί στην Αγγλία το 1825 στα ναυπηγεία Brent του Deptford. Την κατασκευή της επιμελήθηκε ο φιλέλληνας Frank Abney Hastings (Άστιγξ), ο οποίος διέθεσε και χρήματα για την αγορά της. Με κυβερνήτη τον ίδιο τον Hastings, πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στον Αγώνα. 

Ο ηρωικός φιλέλληνας πέθανε σε λοιμοκαθαρτήριο της Ζακύνθου μετά από μόλυνση που υπέστη από τον τραυματισμό του κατά τις επιχειρήσεις ανακατάληψης του Μεσολογγίου, το 1828. Η Καρτερία σταμάτησε να χρησιμοποιείται μετά το 1830 λόγω κακής κατάστασης των μηχανών της. Υπήρξε ωστόσο, το πρώτο “εθνικό” ατμοκίνητο που έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις παγκοσμίως. Ο Ἑρμῆς ήταν ένα από τα πέντε τροχήλατα πλοία που παραγγέλθηκαν από την επιτροπή φιλελλήνων της Μ. Βρετανίας με χρήματα του δανείου των 150.000 λιρών. Στην Ελλάδα, κατέπλευσε το 1828, δεν έλαβε μέρος σε επιχειρήσεις και η μηχανή του τοποθετήθηκε στον Μαξιμιλιανό, που ναυπηγήθηκε το 1837 στον Ναύσταθμο του Πόρου. Το 1841, αναφέρεται ότι το σκάφος του πλοίου αυτού χρησιμοποιούταν ως τροπιστήριον (ποντόνι) για το καρενάρισμα των πλοίων. H Καρτερία ήταν εντελώς άχρηστη και δεν χρησιμοποιήθηκε τη μετεπαναστατική περίοδο, ενώ ο Ἑρμῆς έκανε δύο πλόες, με τελευταίο αυτόν της αντιβασιλείας στις Κυκλάδες τον Ιούνιο του 1833.


Το ατμόπλοιο Καρτερία (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού)


Στην αρχή, υπήρξε η σκέψη επισκευής της Καρτερίας, όμως μετά από αμφιταλαντεύσεις, το πλοίο κρίθηκε άχρηστο. Αποφασίστηκε λοιπόν να ναυπηγηθεί στον Πόρο νέο ατμόπλοιο και να χρησιμοποιηθεί η μηχανή του άχρηστου Ἑρμῆ και μάλιστα, η συντήρησή της ανατέθηκε στον Άγγλο μηχανικό Α. Πάρις. Με τη μηχανή διαθέσιμη, παραγγέλθηκε ο λέβητας από την Αγγλία που είχε φτάσει στον Ναύσταθμο του Πόρου το 1835, όμως λόγω ανειλημμένων ναυπηγήσεων, δεν είχαν καν ξεκινήσει οι εργασίες. Αυτό προκάλεσε τη δυσφορία του βασιλιά, ο οποίος διέταξε να είναι έτοιμο το πλοίο σε τρεις μήνες. Στην αρχή, η ευθύνη της ναυπήγησης ανατέθηκε στον αντισυνταγματάρχη Ρόζεν, ο οποίος υπηρετούσε στον Ναύσταθμο. Ο Ρόζεν όμως αρνήθηκε την ευθύνη της ταχύτατης αυτής ναυπήγησης, οπότε ανατέθηκε στον Γεώργιο Τομπάζη, που σπούδαζε ναυπηγική στην Αγγλία. Το πλοίο «βαφτίστηκε» Μαξιμιλιανός και καθελκύστηκε με επιτυχία στις 2 Απριλίου του 1837. Δόθηκε αμέσως στη Γενική Διεύθυνση των Ταχυδρομείων (Βλ. το Διάταγμα Περὶ κανονισμοῦ τῆς πληρωμῆς τῶν θέσεων τῶν ἐπιβατῶν ἐπὶ τοῦ Βασ. Ἀτμοπλοίου ὁ Μαξιμιλιανός, Ἐφημερὶς τῆς Κυβερνήσεως, Α.Φ. 30, 7 Σεπτεμβρίου 1837), όπου παρέμεινε μέχρι και το 1841, οπότε και επέστρεψε στο Ναυτικό με βλάβη στη μηχανή. Έκτοτε, παρέμεινε παροπλισμένο στον Ναύσταθμο.

Στη συνέχεια, επικράτησε διχογνωμία ως προς τη φύση του ατμοκίνητου, αν θα ήταν δηλαδή με τροχό ή με έλικα. Τα πρώτα ατμόπλοια έφεραν πτερυγιοφόρους τροχούς. Ήδη το 1836 ο Έρικσον είχε φτιάξει ελικοκίνητο ατμόπλοιο και οι Σμιτ και Σωβάζ ταυτόχρονα είχαν εφαρμόσει τον έλικα ως προωστήριο μέσο. Τις δεκαετίες του 1830 και 1840, οι τροχοί αντικαταστάθηκαν σταδιακά από τον έλικα. Τον Απρίλιο του 1845, έγινε μία μονομαχία στο Yarmouth μεταξύ του HMS Rattler που είχε έλικα και του HMS Alecto που είχε πλευρικούς πτερυγιοφόρους τροχούς. Το Rattler κέρδισε με διαφορά, διότι κατάφερε να ρυμουλκήσει ανάποδα το Alecto με ταχύτητα 2,5 κόμβων. Αυτό ήταν το τέλος της χρήσης του τροχού ως προωστήριο μέσο.

Το 1847, το Υπουργείο των Ναυτικών ζητά σχετικές πληροφορίες από τον ευρισκόμενο τότε στην Αγγλία πλοίαρχο Αθανάσιο Α. Μιαούλη. Σε διαταγή που υπογράφει ο Κ. Κανάρης ως Υπουργός των Ναυτικών προς τον Α. Α. Μιαούλη παρουσιάζονται οι ακόλουθες ερωτήσεις: “α)Τὰ ἀτμοκίνητα, τὰ ἐσχάτως ἐπινοηθέντα καὶ διὰ τοῦ λεγόμενου κοχλίου τοῦ Ἀρχιμήδου κινούμενα ἐπέτυχον ἐντελῶς; β) Τὰ ἀτμοκίνητα ταῦτα δύνανται νὰ πλέωσιν χωρὶς τὴν συνδρομὴν τῆς μηχανῆς ὅπως καὶ ὅσον τὰ ἱστιοφόρα πλέουσιν; γ) Τὰ ἀτμοκίνητα αὐτὰ δύνανται νὰ ἀναπληρώσωσι τὰ ἱστιοφόρα πλοῖα; δ) Εἰς τὴν Εὐρώπην ἡ ναυτικὴ δύναμις κυρίως ἐξ ἱστιοφόρων ἢ ἐξ ἀτμοκινήτων συνίσταται; ε) Τὰ περὶ οὗ ὁ λόγος ἀτμοκίνητα δύνανται νὰ χρησιμεύσωσι διὰ τῶν ἱστίων πλέοντα πρὸς ἐκπαίδευσιν καὶ καταρτισμὸν ναυτικῶν καὶ ναυμάχων; στ) Ποὶα εἶνε ὡς ἔγγιστα ἡ μέση τιμὴ τῆς κατασκευῆς καὶ ποὶα ἡ τῆς συντηρήσεως ἑνὸς τοιούτου ἀτμοκινήτου ὠρισμένης δυνάμεως; ζ) Ποῖον εἶνε δαπανηρότερον, ἕν τοιοῦτον ἀτμοκίνητον ἢ ἕν ἰσοδύναμον αὐτῷ ἱστιοφόρον πλοῖον; Δύναμιν ἐνταῦθα ἐννοῦμεν τὴν πολεμικήν; η) Ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἑξαιρουμένης τῆς ἄκρας γαλήνης, ποῖον δύναται νὰ ἐπικρατήσῃ τοῦ ἄλλου, τὸ τοιοῦτον ἀτμοκίνητον ἢ τὸ ἱστιοφόρον πλοῖον;” Τη διαταγή αυτή τη διασώζει ο Φωκάς (Χρονικά του Βσσιλικού Ναυτικού, εκδ. 1923: σελ. 72). Η κάποια αοριστία στις ερωτήσεις υποδηλοί την άγνοια του Υπουργείου επί των εξελίξεων.

Ο Ρόζεν, αφού επέστρεψε από τη Σουηδία, τελειοποίησε την εφεύρεση των Έρικσον, Σμιτ, Σωβάζ και ναυπήγησε ένα ταχυδρομικό ατμόπλοιο, του οποίου και πρότεινε την αγορά στο Υπουργείο των Ναυτικών. Το Υπουργείο στη συνέχεια, απηύθυνε στον Γεώργιο Τομπάζη τις ίδιες ερωτήσεις που είχε υποβάλει και στον Μιαούλη περί έλικα ή τροχού. Ο Τομπάζης φάνηκε όμως, πολύ διστακτικός. Ένα απόσπασμα από την απάντηση του Τομπάζη είναι το εξής: “(…) αἱ ἁπλούστεραι μηχαναὶ εἶνε αἱ καταλληλότεραι. Ἑπομένως φρονῶ ὅτι τὰ ἀτμόπλοια τὰ κινούμενα διὰ τοῦ ἕλικος τοῦ Ἀρχιμήδους παρουσιάζουν πλειοτέρας δυσκολίας εἰς τὴν ἐπισκευὴν αὐτῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι παρὰ τὰ κοινῶς διὰ τῶν τροχῶν κινούμενα, καθ’ ὅ ὑποκείμενα εἰς μεγαλύτερην ἀνάγκην ἐπισκευῆς κατὰ τὰ ὑποβρύχια μέρη αὐτῶ”. Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά η απομόνωση της Ελλάδας από τις τεχνολογικές εξελίξεις.

Μέχρι το 1852, οι συζητήσεις δεν είχαν καταλήξει σε συμπέρασμα. Τότε κατέπλευσε στην Ελλάδα το πρώτο εμπορικό ελικοκίνητο σκάφος, το ατμόπλοιο “Βασίλισσα τῆς Ἑλλάδος”. Σε αυτό κατέφτασε ομάδα αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού για να το εξετάσει. Βλ Φωκάς (1923:76). Το παραπάνω ατμόπλοιο θα ενταχθεί στην εταιρεία Ἑλληνικὴ Ἀτμοπλοΐα με την ίδρυσή της το 1857( Βλ. το Διάταγμα Περὶ ἐγκρίσεως τῆς συνταχθείσης μεταξὺ τῆς Κυβερνήσεως καὶ τῆς Διευθύνσεως τῆς Ἑλληνικῆς Ἀτμοπλοΐας συμβάσεως, Ἐφημερὶς τῆς Κυβερνήσεως, Α.Φ. 24, 3 Αυγούστου 1857).

Το 1852, ζητήθηκε από τον πρέσβη της Ελλάδας στο Παρίσι, Α. Μαυροκορδάτο, να συλλέξει λεπτομερείς πληροφορίες για τη ναυπήγηση στη Γαλλία ατμόπλοιου 200 ίππων, αν έπρεπε να προτιμηθεί ο έλικας ή ο τροχός. Ο Μαυροκορδάτος απάντησε με λεπτομερή έκθεση. Σε αυτήν διευκρίνισε ότι τα ελικοφόρα ήταν ανώτερα από τα τροχοφόρα.


Το HMS Rattler (αριστερά) και το HMS Alecto(δεξιά) κατά τη διάρκεια του πειράματος του 1845. Τα πρώτα ατμόπλοια έφεραν πτερυγιοφόρους τροχούς. Τις δεκαετίες του 1830 και 1840, οι τροχοί αντικαταστάθηκαν σταδιακά από τον έλικα. Τον Απρίλιο του 1845, έγινε μία μονομαχία στο Yarmouth μεταξύ του HMS Rattler που είχε έλικα και του HMS Alecto που είχε πλευρικούς πτερυγιοφόρους τροχούς. Το Rattler κέρδισε με διαφορά, διότι κατάφερε να ρυμουλκήσει ανάποδα το Alecto με ταχύτητα 2,5 κόμβων. Αυτό ήταν το τέλος της χρήσης του τροχού ως προωστήριο μέσο.


Το 1855, μετά από πρόταση του τότε υπουργού των Ναυτικών, Αθανασίου Μιαούλη, παραγγέλθηκαν πέντε ατμοκίνητες ημιολίες για να επιτηρούν τις θάλασσές μας. Αυτή υπήρξε η αρχή της αντικατάστασης όλων των ιστιοφόρων πλοίων του Ελληνικού Στόλου από ατμοκίνητα. Οι ατμογολέτες αυτές, όπως χαρακτηριστικά ονομάστηκαν, ήταν οι Θεοῦσα, Πανόπη, Πληξαύρα και Σφενδόνη. Η ναυπήγησή τους ανατέθηκε στους υποπλοιάρχους Εμμανουήλ Τομπάζη και Σπυρίδωνα Αθανασίου. Η Πανόπη ναυάγησε, ενώ οι άλλες τρεις έφτασαν από τη Γλασκώβη στην Ελλάδα και πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στο Ναυτικό για πολλά χρόνια.


Η ατμοημιολία Πληξαύρα (Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος)


Ο Σ. Αθανασίου, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης του αποστολής, ανέλαβε τη ναυπήγηση τριών άλλων ατμοημιολιών στην Αγγλία, τα οποία ονομάζονταν Πάραλος, Σαλαμινία και Πανόπη (ομώνυμο με το πλοίο που ναυάγησε). Το 1859, είχαν καταπλεύσει και τα τρία πλοία στην Ελλάδα. Αυτό υπήρξε σταθμός στην ιστορία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, διότι όχι μόνο χρησιμοποιήθηκε ο έλικας ως προωστήριο μέσο, αλλά και ο σίδηρος ως υλικό ναυπηγικής κατασκευής. Μπορεί αυτά τα πλοία να μην ήταν μάχιμα, ωστόσο εξυπηρέτησαν κρατικές ανάγκες για πολλά χρόνια.

Κορυφαία στιγμή όμως της πορείας προς τον ατμό ήταν η ναυπήγηση του ατμοδρόμωνα (ατμοφρεγάτα) Ἀμαλία. Ήταν το πρώτο αμιγώς μεγάλο πολεμικό πλοίο του Ελληνικού Στόλου. Αυτό είναι ένα δείγμα για το ποια ήταν η αποστολή του Ναυτικού κατά την ηγεσία, η οποία σίγουρα δεν ήταν ο πόλεμος. Ο Στόλος την περίοδο αυτή θυμίζει περισσότερο στολίσκο καταστολής της πειρατείας, ενώ οι αποστολές που αναλαμβάνει είναι κυρίως μεταφορά δημοσίων υπαλλήλων και υπαλλήλων της Αυλής. Μέχρι και το 1866, η Ἀμαλία, μετάπειτα Ἑλλὰς θα είναι το μοναδικό στην κυριολεξία αξιόμαχο πλοίο του Στόλου. Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα διαταγής του Υπουργείου προς τον ναυπηγό Αθανασίου: “Ἀνάγκη νὰ σᾶς προσθέσωμεν ἐνταῦθα ὅτι, τοῦ πλοίου καίτοι ὁριζομένου ὡς καθαροῦ πολεμικοῦ, ἐπιθυμοῦμεν εἰς τὴν διασκευὴν των θαλάμων νὰ λάβετε ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ Α. Μ. ἐνδέχεται καὶ ἐπ’ αὐτοῦ ἐνίοτε νὰ διαπορθμεύηται, ὥστε τὸ οἴκημα τοῦ πλοιάρχου τουλάχιστον, νὰ εἶνε ἀποχρώντως εὐρύχωρον καὶ εὔκοσμον περιέχον ἕνα μεσόδομον (carré) καὶ δυὸ θαλάμους εὐπρεπεῖς ἱκανῶς ἀπομεμακρυσμένους καὶ ἀπὸ τῶν λεβήτων καὶ ἀπὸ τῆς ἕλικος”.

Για την επιτυχή ναυπήγησή του συνεργάστηκαν ο ναυπηγός του Ναυτικού, Σ. Αθανασίου και από πλευράς Υπουργείου, ο Λ. Παλάσκας. Παράλληλα, ζητήθηκαν και οι συμβουλές του πεπειραμένου ναυπηγού- πλοιάρχου Γεωργίου Τομπάζη, ο οποίος ήταν τότε διευθυντής του Ναύσταθμου. Βοηθός του Σ. Αθανασίου, ορίστηκε ο υποπλοίαρχος Εμμανουήλ Τομπάζης, ο οποίος την εποχή αυτή διέμενε στην Αγγλία.

Η ναυπήγηση του πλοίου αυτού άρχισε το 1858 στην Αγγλία. Το 1860, έγινε η καθέλκυσή του στον Τάμεση υπό τις επευφημίες του εκεί συγκεντρωμένου πλήθους, ενώ παιάνιζε η αγγλική Εθνοφυλακή. Πρώτος κυβερνήτης ορίστηκε ο πλωτάρχης Λεωνίδας Παλάσκας. Αυτό το πλοίο σηματοδοτεί τη μετάβαση του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού στη νέα εποχή προσφέροντας τις υπηρεσίες του για πολλά χρόνια στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό με την ονομασία Ἑλλὰς. Με το πλοίο αυτό έφτασε στην Ελλάδα ο Γεώργιος Α΄ για να αναλάβει τη Βασιλεία μερικά χρόνια αργότερα.

Ο Σ. Αθανασίου, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης του αποστολής, ανέλαβε τη ναυπήγηση τριών άλλων ατμοημιολιών στην Αγγλία, τα οποία ονομάζονταν Πάραλος, Σαλαμινία και Πανόπη (ομώνυμο με το πλοίο που ναυάγησε). Το 1859, είχαν καταπλεύσει και τα τρία πλοία στην Ελλάδα. Αυτό υπήρξε σταθμός στην ιστορία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, διότι όχι μόνο χρησιμοποιήθηκε ο έλικας ως προωστήριο μέσο, αλλά και ο σίδηρος ως υλικό ναυπηγικής κατασκευής. Μπορεί αυτά τα πλοία να μην ήταν μάχιμα, ωστόσο εξυπηρέτησαν κρατικές ανάγκες για πολλά χρόνια.

Κορυφαία στιγμή όμως της πορείας προς τον ατμό ήταν η ναυπήγηση του ατμοδρόμωνα (ατμοφρεγάτα) Ἀμαλία. Ήταν το πρώτο αμιγώς μεγάλο πολεμικό πλοίο του Ελληνικού Στόλου. Αυτό είναι ένα δείγμα για το ποια ήταν η αποστολή του Ναυτικού κατά την ηγεσία, η οποία σίγουρα δεν ήταν ο πόλεμος. Ο Στόλος την περίοδο αυτή θυμίζει περισσότερο στολίσκο καταστολής της πειρατείας, ενώ οι αποστολές που αναλαμβάνει είναι κυρίως μεταφορά δημοσίων υπαλλήλων και υπαλλήλων της Αυλής. Μέχρι και το 1866, η Ἀμαλία, μετάπειτα Ἑλλὰς θα είναι το μοναδικό στην κυριολεξία αξιόμαχο πλοίο του Στόλου. Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα διαταγής του Υπουργείου προς τον ναυπηγό Αθανασίου: “Ἀνάγκη νὰ σᾶς προσθέσωμεν ἐνταῦθα ὅτι, τοῦ πλοίου καίτοι ὁριζομένου ὡς καθαροῦ πολεμικοῦ, ἐπιθυμοῦμεν εἰς τὴν διασκευὴν των θαλάμων νὰ λάβετε ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ Α. Μ. ἐνδέχεται καὶ ἐπ’ αὐτοῦ ἐνίοτε νὰ διαπορθμεύηται, ὥστε τὸ οἴκημα τοῦ πλοιάρχου τουλάχιστον, νὰ εἶνε ἀποχρώντως εὐρύχωρον καὶ εὔκοσμον περιέχον ἕνα μεσόδομον (carré) καὶ δυὸ θαλάμους εὐπρεπεῖς ἱκανῶς ἀπομεμακρυσμένους καὶ ἀπὸ τῶν λεβήτων καὶ ἀπὸ τῆς ἕλικος”.

Για την επιτυχή ναυπήγησή του συνεργάστηκαν ο ναυπηγός του Ναυτικού, Σ. Αθανασίου και από πλευράς Υπουργείου, ο Λ. Παλάσκας. Παράλληλα, ζητήθηκαν και οι συμβουλές του πεπειραμένου ναυπηγού- πλοιάρχου Γεωργίου Τομπάζη, ο οποίος ήταν τότε διευθυντής του Ναύσταθμου. Βοηθός του Σ. Αθανασίου, ορίστηκε ο υποπλοίαρχος Εμμανουήλ Τομπάζης, ο οποίος την εποχή αυτή διέμενε στην Αγγλία.

Η ναυπήγηση του πλοίου αυτού άρχισε το 1858 στην Αγγλία. Το 1860, έγινε η καθέλκυσή του στον Τάμεση υπό τις επευφημίες του εκεί συγκεντρωμένου πλήθους, ενώ παιάνιζε η αγγλική Εθνοφυλακή. Πρώτος κυβερνήτης ορίστηκε ο πλωτάρχης Λεωνίδας Παλάσκας. Αυτό το πλοίο σηματοδοτεί τη μετάβαση του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού στη νέα εποχή προσφέροντας τις υπηρεσίες του για πολλά χρόνια στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό με την ονομασία Ἑλλὰς. Με το πλοίο αυτό έφτασε στην Ελλάδα ο Γεώργιος Α΄ για να αναλάβει τη Βασιλεία μερικά χρόνια αργότερα.


ΠΗΓΗ: https://cognoscoteam.gr/archives/40607


ο Firefox ανοίγει κανονικά τα σχόλια του Disqus, αρκεί να κάνετε το εξής: 

-Στον Firefox (απο υπολογιστή) επιλέγουμε: Ρυθμίσεις ---> απόρρητο και ασφάλεια ---> "Ενεργοποίηση λειτουργίας μόνο HTTPS σε όλα τα παράθυρα"

-Στον Firefox (απο κινητό) επιλέγουμε: Ρυθμίσεις ---> απόρρητο και ασφάλεια ---> "λειτουργία «Μόνο HTTPS» ενεργή σε όλες τις καρτέλες" 

-Στον Chrome (απο υπολογιστή και απο κινητό) επιλέγουμε: Ρυθμίσεις ---> απόρρητο και ασφάλεια ---> "Να χρησιμοποιούνται πάντα ασφαλείς συνδέσεις - Αναβάθμιση των πλοηγήσεων σε HTTPS και ειδοποίηση πριν τη φόρτωση ιστοτόπων που δεν το υποστηρίζουν."

Ο Chrome έχει ακόμα πρόβλημα, έστειλα σχετικό μήνυμα και στη Google μήπως το διορθώσουν. Μέχρι τότε μπορείτε να μπαίνετε και απευθείας στα σχόλια της Ατλαντίδας απο εδώ https://disqus.com/home/forums/apanemo-limani/?l=el


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου