Οι έμποροι που πούλαγαν βδέλλες
Η φωτογραφία απεικονίζει δυο ρακένδυτους άνδρες να κάθονται σε ένα πεζοδρόμιο. Μπροστά τους είχαν στήσει μερικά μπουκάλια. Η λεζάντα της φωτογραφίας γράφει: «Θεσσαλονίκη 1914. Έμποροι βδελλών». Όσο παράδοξο και αν ακούγεται σήμερα, κάποτε ήταν ένα πραγματικό επάγγελμα και μάλιστα περιζήτητο.
Οι ασθενείς τις κολλούσαν στο σημείο που παρουσίαζε πρόβλημα και στη συνέχεια αφού «έκαναν» τη δουλειά τους, τις ξεκολλούσαν με νερό. Μια βδέλλα κανονικού μεγέθους ρουφούσε περίπου 15ml αίματος.
Οι «ευεργετικές» τους ιδιότητες της έκαναν ανάρπαστες. Την ίδια εποχή εμφανίστηκε και το επάγγελμα του αβδελλά. Οι αβδελλάδες έμπαιναν ξυπόλητοι μέσα στις λίμνες και μάζευαν, συνήθως με τα χέρια, βδέλλες. Η συλλογή τους δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς οι βδέλλες κολλούσαν στα γυμνά τους πόδια και έπρεπε να τις ξεκολλήσουν πριν τους «πιουν» το αίμα. Στη συνέχεια τις έβαζαν μέσα σε μικρά βαζάκια και τις πουλούσαν στους δρόμους. Συνήθως κόστιζε 1 δραχμή η μία.
Αφαιμάξεις έκαναν ακόμη και στα κουρεία. Εκείνη την εποχή ο σωστός κουρέας εκτός από κουρέματα και ξύρισμα, έπρεπε να ξέρει να βγάζει δόντια και να τοποθετεί βδέλλες στο σώμα. Οι βδέλλες ήταν περιζήτητες στα νοσοκομεία των μεγάλων αστικών κέντρων, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ του 1922, κατά τη δεκαετία του 1870 στο Παρίσι υπήρχαν 12 αβδελλάδες που πουλούσαν σχεδόν 400 χιλιάδες βδέλλες τον μήνα. Όσο αυξανόταν η ζήτηση τους, τόσο η εύρεση των βδελλών γινόταν δυσκολότερη. Αυτό ανέβαζε και την τιμή τους.
Γιατί ο Όθωνας απαγόρευσε τις εξαγωγές βδελλών
Μεγάλο εμπόριο βδελλών έκανε η Ελλάδα, η Τουρκία και η Ουγγαρία. Ο Όθωνας εξέδωσε διάταγμα με το οποίο περιόριζε την εξαγωγή της βδέλλας, προκειμένου να μην εξαντληθεί το πολύτιμο αυτό σκουλήκι. Η συλλογή τους για χρήση εντός της Ελλάδας ήταν ελεύθερη σε όλους. Όμως, το διάταγμα απαγόρευε την εξαγωγή βδελλών, καθώς θεωρούταν «λαθρεμπόριον». Έδινε μάλιστα και ισχυρό κίνητρο στις αρμόδιες αρχές, ορίζοντας ότι «η συλληφθείσα ποσότης, βδελλών είναι προς όφελος του ανακαλύπτοντος». Ωστόσο, στο διάταγμα αναγνωρίζονταν τα οικονομικά οφέλη που θα παρείχε η εξαγωγή βδελλών στο δημόσιο ταμείο. Έτσι, το δικαίωμα της εξαγωγής έμπαινε σε δημοπρασία και παραχωρούνταν σε όποιον πλειοδοτούσε. Αυτό σήμαινε ότι η εξαγωγή απαγορευόταν ρητά για τους ερασιτέχνες μικροαβδελλάδες, αλλά όχι για τους μεγαλοβδελλοκόμους.
«Αι παρά του ενοικιαστού εξαγόμεναι βδέλλαι είναι ελεύθεραι παντός τελωνειακού δικαιώματος», έγραφε το διάταγμα που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το δικαίωμα μπορούσε να το διατηρήσει κάποιος για δύο χρόνια. Σε αυτό το διάστημα ήταν υποχρεωμένος να προμηθεύει τα δημόσια και δημοτικά νοσοκομεία με την προσδιορισμένη, από τον ιατρό του Νομού, ποσότητα βδελλών.
Όταν οι βδέλλες μεταφέρονταν από ένα ελληνικό λιμάνι σε άλλο και ξεπερνούσαν σε αριθμό τις 500, ο έμπορος έπαιρνε μια εγγύηση από το τελωνείο της περιοχής του. Παράλληλα, έπρεπε να ενημερώνει το τελωνείο του λιμανιού, όπου προορίζονταν οι βδέλλες, σχετικά με το όνομα του πλοίου, τη ποσότητα και το μέγεθος των δοχείων με τις βδέλλες.
Σε περίπτωση που οι βδέλλες δεν έφταναν στο λιμάνι που είχε δηλωθεί και έβγαιναν εκτός των ορίων της Ελλάδας, η εγγύηση δινόταν στον μεγαλοαβδελλοκόμο που είχε «νοικιάσει» το δικαίωμα στην περιοχή, όπου είχαν αλιευτεί οι βδέλλες. Η εγγύηση ανερχόταν στο οκταπλάσιο της αξίας των βδελλών. Το επάγγελμα του αβδελλά εξαφανίστηκε κατά τη δεκαετία του 1950. Οι «ιατρικές» βδέλλες είχαν πια αντικατασταθεί με φάρμακα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου