Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021

Εκπαιδευτικές διακρίσεις εις βάρος των Ελλήνων της Αλβανίας την εποχή του Ραμίζ Αλία (1985-1991)


Την περίοδο του Ραμίζ Αλία (1985-1991), όπως και την περίοδο του Ενβέρ Χότζα, η εκπαίδευση υπηρετούσε απόλυτα τις αρχές της εξουσίας του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας. Σύμφωνα με το 32ο άρθρο του Συντάγματος του 1976, «Το κράτος αναπτύσσει μια εκτεταμένη ιδεολογική και πολιτιστική δράση για την κομμουνιστική εκπαίδευση των εργαζόμενων, για τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου». Τα σχολεία αναλαμβάνουν κυρίαρχο ρόλο στη «διαδικασία κατασκευής ανθρώπων». Το αυστηρό αλβανικό καθεστώς της εποχής επέβαλλε τα πρότυπά του και απαιτούσε μια ομοιόμορφη συμπεριφορά από τους υπηκόους του, στηριζόμενο στη «συνήθεια ή στη βία», καθώς οι πράξεις των ανθρώπων «εξαρτώνται και από τα όσα ξέρουν».

Οι κάτοικοι της Αλβανίας είχαν λίγες πηγές γνώσεων. Κυρίως, τις αποκτούσαν κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στα σχολεία του κράτους. Σε αυτές, εκτός από ό,τι  αφορούσε τα τυπικά μαθήματα των σχολείων, συμπεριλαμβάνονταν και κανόνες συμπεριφοράς και ηθικής που κρίνονταν κατάλληλοι για «το είδος του ανθρώπου που θέλει να κατασκευάσει» η εξουσία. Ο «νέος άνθρωπος» (njeriu i ri), κατασκευάζεται στο σχολείο. Εκεί, μαθαίνει να θυσιάζει και να θυσιάζεται για το Κόμμα-Κράτος. Στις θυσίες αυτές συμπεριλαμβάνονται η προσωπική ζωή, η συγγένεια, η φιλία, η οικογένεια κ.λπ. Η ζωή του καθοδηγείται ολοκληρωτικά από τις «συνήθειες που εδραιώνονται στην παιδική του ηλικία».

Στα θέματα της εκπαίδευσης μεγάλο ρόλο παίζουν και τα κατά τόπους Λαϊκά Συμβούλια, που αποτελούν Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης.Τα Λαϊκά Συμβούλια είχαν τη δυνατότητα ακόμα και να εμποδίσουν την εκπαιδευτική πορεία ενός μαθητή ή, αντιθέτως, να την επιτρέψουν. Πέραν του Πρώτου Βαθμού Εκπαίδευσης, τα Λαϊκά Συμβούλια επέτρεπαν τη συνέχιση της φοίτησης ενός παιδιού, αναγνωρίζοντάς του (ή όχι) το δικαίωμα να συνεχίσει τις σπουδές του στη γενική ή τεχνική εκπαίδευση ή, αργότερα, και στην πανεπιστημιακή.

Το Λαϊκό Συμβούλιο κάθε επαρχίας, μέσω της Επιτροπής Εκπαίδευσης, είναι ο υποχρεωτικός σταθμός στην πορεία ενός εγγράφου εκπαιδευτικής φύσης, πριν αυτό φτάσει στο υπουργείο Εκπαίδευσης. Η Επιτροπή Εκπαίδευσης και Πολιτισμού εισηγείται προς το Λαϊκό Συμβούλιο της περιοχής και αναμένει τη μερική ή ολική έγκριση ή απόρριψή του.


Η πολιτική των διακρίσεων στην εκπαίδευση

Οι μαθητές που θα παρέμεναν εντός της εκπαίδευσης, μετά την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου, είναι αυτοί που καθορίζονταν από τα όργανα της εξουσίας. Οι γονείς, όμως, αγωνίζονταν και αγωνιούσαν για τα παιδιά τους. Προσπαθούσαν να μη μείνουν αυτά εκτός εκπαιδευτικής διαδικασίας, ώστε, εκτός από το ζήτημα των «αυτού καθ’ αυτού» σπουδών τους, να λάβουν ένα πτυχίο (τεχνικής ή ανώτερης εκπαίδευσης), που θα τα οδηγούσε στη βελτίωση της κοινωνικοοικονομικής τους θέσης.

Επίσημα έγγραφα τεκμαίρουν ότι, για την έγκριση συνέχισης των σπουδών κάποιου έφηβου, μαζί με τις σχολικές επιδόσεις, συνυπολογίζεται και η στάση του ίδιου του μαθητή και της οικογένειάς του έναντι του κράτους και του καθεστώτος του (βλ. «αυτοβιογραφικό», «χαρακτηριστικά» παρακάτω). Σύμφωνα με έγγραφο της 6ης Αυγούστου 1986, του Ενιαίου Λαϊκού Συμβούλιου Πολύτσανης, οι προϋποθέσεις απόδοσης δικαιώματος σπουδών είναι οι εξής:


1. «Αίτηση μαθητή σε μορφή αυτοβιογραφίας.

2. Αντίγραφο του απολυτηρίου

3. Δηλώσεις εισοδημάτων

4. Απόφαση του Λαϊκού Συμβουλίου του χωριού που παρέχει την υποτροφία.

5. Χαρακτηριστικά για την πολιτική του κατάσταση»


Βασιζόμενοι και στη βαθμολογία τους στη μέση εκπαίδευση, οι υποψήφιοι φοιτητές υποβάλλουν τις αιτήσεις τους για τις ανώτερες σχολές στις οποίες επιθυμούν να σπουδάσουν. Ο Τομέας Εκπαίδευσης και Πολιτισμού θα κρίνει και θα αξιολογήσει, λαμβάνοντας, όμως – όπως γράφουμε και παραπάνω – σοβαρά υπόψη τις γνώμες και άλλων φορέων, όπως του Λαϊκού Συμβουλίου της επαρχίας (Ενιαίο Λαϊκό Συμβούλιο).

Στις 19 Ιουνίου 1984, το Λαϊκό Συμβούλιο Σωφρατίκων αναφέρεται εγγράφως στο Ενωμένο Λαϊκό Συμβούλιο, γνωστοποιώντας του «την ονομαστική κατάσταση των υποψηφίων που έχουν υποβάλει αίτηση για δικαίωμα σπουδών σε ανώτατες σχολές». Το θέμα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καθαρά τυπικό μόνο αν παραβλέπαμε τα συναφή έγγραφα. Το Λαϊκό Συμβούλιο Γοραντζής, με έγγραφά του που φέρουν τις ημερομηνίες 5 και 10 Ιουνίου 1986, ξεκαθαρίζει πως η ονομαστική κατάσταση των υποψηφίων συνοδεύεται και από τα «πλήρη χαρακτηριστικά» του καθενός. Ο φάκελος συμπληρώνεται από το Ενιαίο Λαϊκό Συμβούλιο της περιοχής, ώστε να υποβληθεί πλήρης η «ατομική καρτέλα για ανώτερες σπουδές». Στην ατομική καρτέλα, λοιπόν, αναγράφονται:

– Προσωπικά στοιχεία του υποψηφίου, στα οποία συμπεριλαμβάνονται η εθνική και κοινωνική καταγωγή του, αλλά και η σχέση του με το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας,

– Τα «χαρακτηριστικά» του, δηλαδή τα βιογραφικά στοιχεία του ίδιου και της οικογένειάς του, όπου αναφέρεται η στάση τους απέναντι στο Κόμμα Εργασίας Αλβανίας και στη Λαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αλβανίας,

– Έγγραφη βεβαίωση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Επαρχιακού Λαϊκού Συμβουλίου για τη χορήγηση υποτροφίας,

– «Χαρακτηριστικά» του υποψηφίου από το Λαϊκό Συμβούλιο του χωριού του,

– Πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, στην οποία αναφέρεται και η στάση απέναντι στο Κόμμα-Κράτος, των μελών της οικογένειας έως και 4ου βαθμού,

– Συστατική επιστολή (π.χ. της Οργάνωσης Νεολαίας του Κόμματος Εργασίας),

– Γνωμάτευση της Σχολικής Επιτροπής, στην οποία αναφέρεται και η πολιτική στάση, ως μαθητή, του υποψήφιου για την ανώτερη εκπαίδευση.

Σε έγγραφο του Ενιαίου Λαϊκού Συμβούλιου Σωφρατίκων της 19ης Ιουνίου 1984, αναφέρεται: «Όπως έχουμε δώσει εντολή, έως τις (…) να σταλούν τα πλήρη χαρακτηριστικά όπως και η άποψή σας ως Λαϊκό Συμβούλιο του χωριού, αν είστε σύμφωνοι να συνεχίσουν σε ανώτατες σχολές». Είναι ξεκάθαρο πως η μετάβαση ενός νέου από το ένα επίπεδο εκπαίδευσης στο άλλο εξαρτάται από στοιχεία που σχετίζονται άμεσα με την εικόνα που έχουν οι κομματικοκρατικές αρχές για τον ίδιο και την οικογένειά του. Στοιχεία που δεν αφορούν την εικόνα του συγκεκριμένου μαθητή από εκπαιδευτική σκοπιά. Το μέλλον ενός υποψήφιου καθοριζόταν από το παρελθόν: ο τρόπος με τον οποίο ο ίδιος ο υποψήφιος και οι συγγενείς του είδαν το όλο κομματικό-κρατικό σύστημα και την αλβανική κυριαρχία, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι συγγενείς του ενδιαφερόμενου από το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας και το αλβανικό κράτος, αποτελούν για τις αρχές τα πιο βασικά στοιχεία που θα καθορίσουν την πορεία του στην εκπαίδευση, αλλά και την αυριανή κοινωνική του θέση.

Πιο αναλυτικά, οι επίσημοι θεσμοί θεωρούν ουσιαστικό προσόν το να υπάρχουν στο συγγενικό περιβάλλον μέλη και στελέχη του κόμματος, των δυνάμεων ασφαλείας και του στρατού, των κοπερατίβων, της μεσαίας ή ανώτερης κομματικής-κρατικής τάξης[21] και, γενικά, άτομα που δεν προκαλούν με τη συμπεριφορά τους το αρνητικό ενδιαφέρον των Αρχών. Από την άλλη πλευρά, ενδιαφέρονται για το αν υπάρχει συγγενής κατάδικος, πρώην κατάδικος ή δραπέτης στο εξωτερικό.

Όλοι οι τοπικοί κομματικοκρατικοί παράγοντες εμπλέκονται στην απόδοση του δικαιώματος πανεπιστημιακών σπουδών. Κανένας δεν θα πρέπει να φτάσει στην εγγραφή χωρίς να ελεχθεί: «Η Επιτροπή (σ.σ. Εκπαίδευσης και Πολιτισμού), αφού» (σ.σ. μελετήσει) «τα έγγραφα που παρουσιάστηκαν, επί της βάσης των κριτηρίων του υπουργείου Εκπαίδευσης και Πολιτισμού, τις σκέψεις της Οργάνωσης Νεολαίας, της Κολεκτίβας του Εργατικού Κέντρου και των Λαϊκών Συμβουλίων», θα παρουσιάσει «προς έγκριση στην Εκτελεστική Επιτροπή του Λαϊκού Συμβουλίου της Επαρχίας» τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων. Από αυτόν τον κατάλογο απουσίαζαν τα ονόματα των νεαρών για τους οποίους «η βάση έχει γνωματεύσει αρνητικά». 

Μια αίτηση «δικαιώματος σπουδών» μπορεί να απορριφθεί λόγω της μη έγκρισής της από «το Ενιαίο Λαϊκό Συμβούλιο» και την «Εκτελεστική Επιτροπή της Επαρχίας», πριν αυτή φτάσει στην Επιτροπή Εκπαίδευσης και Πολιτισμού. Τελικά, ο υποψήφιος μπορεί να οδηγηθεί σε αδιέξοδο όταν έχει «μειονεκτήματα», δηλ. «βιογραφικό» και κακή συμπεριφορά. Το απώτερο παρελθόν των συγγενών, όχι κατ’ ανάγκην 1ου βαθμού ή το πιο πρόσφατο, μαζί με πράξεις της εφηβικής ηλικίας που δεν επιτρέπονται από τα συντηρητικά και αυστηρά ήθη του Κόμματος-Κράτους, μεμονωμένα ή και μαζί, αναιρούν την όποια καλή σχολική επίδοση. Την απόφαση λαμβάνει η Εκτελεστική Επιτροπή του Λαϊκού Συμβουλίου της Επαρχίας και όχι η Επιτροπή Εκπαίδευσης και Πολιτισμού, η οποία είναι παράρτημα του ομώνυμου Υπουργείου.

Το Επαρχιακό Λαϊκό Συμβούλιο, σαν τελικός φορέας απόδοσης του δικαιώματος σπουδών, μπορεί ενίοτε και να τροποποιήσει τις προτάσεις. Σε κάποιες – έστω και σπάνιες – περιπτώσεις, ένα όνομα που παρουσιάζεται στις αρνητικές καταστάσεις, την επόμενη χρονιά τυχαίνει να εισέλθει στη λίστα των φοιτητών. Οι ετυμηγορίες των κατά τόπους οργάνων δεν είναι απόλυτες, όταν οι επεμβάσεις συγγενών με μεγάλο αξίωμα ή οι ποικίλες εκδουλεύσεις προς το Κόμμα-Κράτος συνηγορούν σ’ αυτό.


Υπάκουοι υπήκοοι

Η συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία δεν ήταν ανοιχτή και ελεύθερη και, κυρίως, δεν εξαρτιόταν από τους φυσικούς φορείς της. Την επιλογή όσων επιθυμούσαν να ακολουθήσουν την οδό των ανώτερων (ή και μέσων) σπουδών την έκαναν τα μέλη των Λαϊκών Συμβουλίων (βοηθούμενοι από τις εισηγήσεις και άλλων οργανώσεων), ερμηνεύοντας κατά το δοκούν τα κριτήρια της οικονομικής κατάστασης των οικογενειών των υποψηφίων και του μέσου όρου των βαθμολογιών τους. Από την αξιολόγηση αυτή, αποκλείονταν αμέσως οι γόνοι οικογενειών που εκλαμβάνονται ως πολέμιες.

Τα κοινώς νοούμενα αντικειμενικά κριτήρια δεν υφίσταντο. Οι διακρίσεις στην εκπαίδευση ήταν παγιωμένες και δημόσιες. Οι υφιστάμενοι του Κόμματος Εργασίας θεσμοί έδιναν αναφορά και απολογούνταν για τη δράση τους και την παρακολούθηση του επιπέδου της πειθαρχίας όλων των εμπλεκομένων, μέσα και γύρω από το σχολείο.

Το καθεστώς δε δημιουργούσε απλώς νέα θύματα σε κάθε τόπο, σε κάθε ηλικιακή ή εθνική ομάδα κ.λπ. Η περίπτωση της υποχρεωτικής διακοπής της εκπαιδευτικής πορείας ενός νέου, ανεξάρτητα από τις σχολικές του επιδόσεις, θα μπορούσε να λειτουργήσει και αρνητικά για το καθεστώς, με τη μετατροπή των αδικημένων σε δολιοφθορείς του. Όμως, οι νέοι αυτοί πολλές φορές υποτάσσονταν. Τουλάχιστον, προσπαθούσαν να αποφεύγουν να προσελκύουν την προσοχή των αρχών, εκφραζόμενοι αρνητικά για την αδικία που είχαν υποστεί. Κάποιες φορές, τα ίδια τα θύματα γίνονταν στόχος των αρχών ασφαλείας, με σκοπό τον έλεγχο και την καθοδήγησή τους, ώστε να παίξουν το ρόλο του διασπαστή της ενότητας της εθνοκοινωνικής τους ομάδας, μετατρεπόμενα σε κοινωνικά παράσιτα και πράκτορες αλλότριων συμφερόντων, ακόμα και σε φερέφωνα ή διεκπεραιωτές της κεντρικής πολιτικής.


Τοπωνύμια

Γοραντζή: χωριό της Κάτω Δρυϊνούπολης. Είναι γνωστό και ως Καλογοραντζή.

Κάτω Δρόπολη: το πεδινό τμήμα της (κοιλάδας) Δρυϊνούπολης, προς την πλευρά του Αργυροκάστρου.

Πέπελη: χωριό της Άνω Δρυϊνούπολης.

Πολύτσανη: κεφαλοχώρι του (βόρειου) Πωγωνίου.

Σωπική: χωριό του (βόρειου) Πωγωνίου.

Σωφράτικα: χωριό στα δυτικά της κοιλάδας. Έδρα του Ενιαίου Λαϊκού Συμβουλίου της Κάτω Δρυϊνούπολης

Το σύνολο των εγγράφων αφορούν χωριά και ελληνικής καταγωγής άτομα που προέρχονται από τις λεγόμενες «αναγνωρισμένες μειονοτικές ζώνες».


ΠΗΓΗ: cognoscoteam

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου