Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022

Στις 13 Ιουνίου 323 π.X. σταμάτησε για μια στιγμή, μαζί με την αναπνοή του Αλεξάνδρου, η αναπνοή της ίδιας της Ιστορίας



Ο Μέγας Αλέξανδρος λίγο πριν την αναχώρηση για την Αραβία, στις 2 προς 3 Ιουνίου 323 π.Χ., συμμετείχε σε ένα συμπόσιο έπειτα από το οποίο εκδήλωσε πυρετό, που διήρκεσε και τις επόμενες ημέρες, αναγκάζοντάς τον να μεταθέσει την ημερομηνία αναχώρησης. Μετά από μια σύντομη βελτίωση της υγείας του, κατέρρευσε ξανά χωρίς να μπορεί να περπατήσει ή να μιλήσει. Η φήμη ότι είχε ήδη πεθάνει ανάγκασε τους στρατηγούς του να επιτρέψουν σε όλους τους στρατιώτες του να περάσουν από το κρεβάτι του για να τον αποχαιρετίσουν. Με τη συνολική ασθένεια να διαρκεί 10 ημέρες, πέθανε στις 13 Ιουνίου 323 π.Χ.. 

“Η ώρα, ωστόσο, τού τέλους πλησίαζε. Προς τα ξημερώματα, ενώ ο βασιλεύς ετοιμαζόταν να πάει για ύπνο, ο φίλος του Μήδιος τού πρότεινε να συνεχίσουν τη διασκέδαση, πού κράτησε ολόκληρη την επόμενη ημέρα. Ήταν 17 του μηνός Δαισίου (2 Ιουνίου) του 323 π.Χ. Το βράδυ, χωρίς να έχει αναπαυθεί καθόλου, νέο συμπόσιο έγινε στου Μηδίου, που κράτησε πάλι ως το πρωί. Τη νύκτα, μεταξύ 2ας και 3ης Ιουνίου, εκδηλώθηκε για πρώτη φορά πυρετός στον βασιλέα.

Τόσο o Aρριανός, όσο και o Πλούταρχος, στηριγμένοι στις «Εφημερίδες», δίνουν στην αφήγησή τους πολλές λεπτομέρειες.

Ο βασιλεύς έκαμε το λουτρό του και ξάπλωσε. Ύστερα, δέχθηκε τούς στρατηγούς του, και, μ’ όλο πού ο πυρετός συνεχιζόταν, όρισε ως ημέρα αναχωρήσεως για τον παράπλου της Αραβίας την 22α και 23η του μηνός Δαισίου, παραβλέποντας πώς οι Μακεδόνες θεωρούσαν αυτό τον μήνα όχι ευνοϊκό για την ανάληψη σπουδαίας επιχειρήσεως. Τη νύκτα ο βασιλεύς φλεγόταν από τον πυρετό και ζήτησε να τον μεταφέρουν με την κλίνη ως τον ποταμό και να τον περάσουν με πλοίο στην αντικρινή όχθη, «ες τον παράδεισον». Εκεί, αφού λούστηκε, αναπαύθηκε. Την άλλη ήμερα λούστηκε πάλι και έκαμε την καθιερωμένη καθημερινή θυσία. Πέρασε την ήμερα του συζητώντας με τον Μήδιο. Παρήγγειλε στους στρατηγούς του να έλθουν το επόμενο πρωί και ύστερα δείπνησε ελαφρά. Όλη τη νύκτα ψήθηκε στον πυρετό. Την επομένη θυσίασε και λούστηκε πάλι. Έδωσε στον Νέαρχο και στους άλλους αξιωματικούς εντολές σχετικά με το ταξίδι: θα έφευγαν σε τρεις ήμερες. Την επομένη ο πυρετός συνεχιζόταν, ο βασιλεύς όμως πάλι λούστηκε και θυσίασε. Κάλεσε τούς αξιωματικούς του και διέταξε να είναι όλα έτοιμα για τον απόπλου.

Το βράδυ λούστηκε πάλι, άλλα ήταν πιά σε πολύ κακή κατάσταση. Την επομένη ο πυρετός είχε ανεβεί, και ο βασιλεύς αναζήτησε δροσιά κοντά στην κολυμβητική δεξαμενή. Ένιωσε λίγο καλύτερα και δέχθηκε τούς αξιωματικούς του, για να μιλήσουν σχετικά με τον απόπλου. Έτσι πέρασε και ή επόμενη ημέρα. Στις 24 τού μηνός είχε πάλι υψηλό πυρετό, έκαμε τη συνηθισμένη θυσία της ημέρας, δεν μπορούσε όμως να κινηθεί μόνος του, τον μετέφεραν ως τον βωμό. Παρήγγειλε στους στρατηγούς να μείνουν στην αυλή και οι χιλιάρχες και οι πεντακοσιάρχες να περιμένουν εμπρός από τις θύρες. Επειδή όμως η υγεία του ήταν πιά σε οικτρή κατάσταση, τον μετέφεραν από τον «παράδεισον» πίσω στα ανάκτορα. Όταν μπήκαν στο δωμάτιό του οι στρατηγοί, τους αναγνώρισε, άλλα δεν ήταν πιά σε θέση να μιλήσει. Δύο ακόμη μερόνυχτα είχε υψηλό πυρετό. Είχε αρχίσει το φοβερό χαροπάλεμα του ήρωος.

Εν τω μεταξύ κυκλοφορούσαν διάφορες διαδόσεις στο στράτευμα. Έτσι, οι στρατιώτες, ανήσυχοι, θέλησαν να τον δουν για τελευταία φορά. Οι περισσότεροι νόμιζαν πώς ο βασιλεύς είχε ήδη πεθάνει και τους το έκρυβαν. Πολλοί μάλιστα από τη λύπη τους και την επιθυμία να βρεθούν κοντά στον βασιλέα τους έκαμαν καθετί για να τον δουν. Και τότε, πραγματοποιήθηκε ο δραματικός αποχαιρετισμός, μία συνταρακτική σκηνή, πού προηγήθηκε από το οριστικό τέλος του βασιλέως: οι στρατιώτες περνούσαν εμπρός του, σε μια γραμμή ατέλειωτη. Εκείνος δεν μπορούσε να τους μιλήσει, τους χαιρετούσε μόνο, ανασηκώνοντας το κεφάλι του με πολλή δυσκολία, και τους έγνεφε με τα μάτια. Λέγεται πως ο Άτταλος, ο Πείθων, ο Δημοφών, ο Πευκέστας, ο Σέλευκος και άλλοι κοιμήθηκαν, σύμφωνα με την ελληνική συνήθεια, εκείνο το βράδυ στον ναό του Σαράπιδος, κατά τον Αρριανό — άλλα πιθανότερα σέ κάποιο από τα Βαβυλωνιακά ιερά, όπως πιστεύει η σύγχρονη ιστορική έρευνα —, για να μάθουν μήπως έπρεπε να μεταφέρουν στο ιερό τον άρρωστο βασιλέα, ώστε να τον θεραπεύσει ο θεός. Η απάντηση που πήραν ήταν να τον αφήσουν εκεί πού βρισκόταν. Λίγο αργότερα ο Αλέξανδρος πέθανε «ως τούτο άρα ήδη ον το άμεινον». Πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, στην ερώτηση των εταίρων σε ποιόν τη «βασιλείαν άπολείπει», αποκρίθηκε: «τω κρατίστω» (δηλαδή «στον ισχυρότερο» ) και προσέθεσε «ότι μέγαν έπιτάφιον αγώνα ορά έφ’ αυτώ εσόμενον».

Εκεί σταματούσαν τις πληροφορίες τους ο Αριστόβουλος και ο Πτολεμαίος. Ο Αρριανός προσθέτει ότι κυκλοφόρησε η φήμη πώς είχε δηλητηριασθεί με φάρμακο που έστειλε ο Αντίπατρος—του το είχε δώσει ο Αριστοτέλης, επειδή είχε αρχίσει να φοβάται τον Αλέξανδρο εξαιτίας του θανάτου του Καλλισθένους. Το δηλητήριο το είχε φέρει δήθεν ο Κάσσανδρος. Πολλές άλλες εκδοχές διατυπώθηκαν για τον ξαφνικό θάνατο τού στρατηλάτη. Φαίνεται όμως ότι ο βασιλεύς, ταλαιπωρημένος όπως ήταν ο οργανισμός του, υπέκυψε από ελώδεις πυρετούς ή από τύφο. Πέθανε στις 28 τού μηνός Δαισίου (13 Ιουνίου) τού έτους 323 π.Χ. το σούρουπο, «εβίω δε δύο και τριάκοντα έτη και του τρίτου μήνας επέλαβεν οκτώ, ως λέγει Αριστόβουλος», σημειώνει ο Αρριανός.

Στο άκουσμα του θανάτου του βασιλέως, κατά τον Κούρτιο Ρούφο, Έλληνες και βάρβαροι ξέσπασαν σέ πρωτάκουστο θρήνο. «Το πένθος ξεπέρασε αμέσως τα τείχη τής Βαβυλώνος και — σα νάταν κύμα μιας μεγάλης και απροσδόκητης παλίρροιας —εξαπλώθηκε παντού. Όταν η μητέρα τού Δαρείου έμαθε τη φοβερή είδηση, πένθησε με τον πιο βίαιο τρόπο, αποφάσισε να μη βάλει τροφή στο στόμα της και να μη δει ξανά το φως, πέντε μέρες μετά την απόφασή της αυτή πέθανε.

Η μητέρα που άντεξε στην καταστροφή και στον θάνατο του γιού της, δεν άντεξε στον θάνατο εκείνου που είχε νικήσει και καταστρέφει τον γιο της. Αυτή ήταν η πιο μεγάλη ηθική νίκη του Αλεξάνδρου. Στις 13 Ιουνίου του 323 π.X. σταμάτησε για μια στιγμή, μαζί με την αναπνοή του Αλεξάνδρου, η αναπνοή της ίδιας της Ιστορίας. Κανένας δεν ταυτίσθηκε με την παγκόσμια ιστορία όσο ο Αλέξανδρος. Ο μεγάλος άνθρωπος. για τον όποιο έχει γράψει ο Πλούταρχος τον πρωτάκουστο έπαινο ότι θεωρούσε «του νικάν τους πολεμίους το κρατείν εαυτού βασιλικώτερον», δεν υπήρχε πιά.”


ΠΗΓΗ: https://www.lecturesbureau.gr/1/13th-june-323-bc-3004/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου