Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2023

Οι καπναποθήκες της παλιάς Θεσσαλονίκης



Η άνθηση του εμπορίου καπνού στη Θεσσαλονίκη μέσα από τις ιστορίες εμβληματικών καπναποθηκών πολλές από τις οποίες δεν υπάρχουν πια.

Πυκνός καπνός από στριφτά, αρωματικά τσιγάρα, τσακμάκια και σπίρτα στα τραπέζια, ρουφηξιές απόλαυσης κάτω από το κιτρινισμένο μουστάκι, ένα μπουζούκι να συνοδεύει τον νταλκά κι ένα κορίτσι να αναρωτιέται αν πρέπει να δεχτεί την πρόταση. Εικόνα συνηθισμένη από ρεμπετάδικο της Θεσσαλονίκης του περασμένου αιώνα. Τότε που το κάπνισμα επιτρέπονταν παντού και τα τσιγάρα πουλιόταν με το τεμάχιο. 

Τότε που η καλλιέργεια του καπνού ανθούσε σε όλη τη Μακεδονία και στη Θεσσαλονίκη είχαν την έδρα τους μεγάλοι και γνωστοί καπνέμποροι. Εδώ, είχαν ανεγερθεί τεράστιες καπναποθήκες για να υποδέχονται το προϊόν και να το εξάγουν σε όλη την Ευρώπη. Κτήρια μάρτυρες μια αλλοτινής εποχής που μυρίζουν ταμπάκο.

Η πόλη εξελίχθηκε σε μεγάλο καπνεμπορικό κέντρο στη διάρκεια του 20ου αιώνα και η επεξεργασία και πώληση φύλλων καπνού συνέβαλε στην άνθηση της οικονομίας της, ενώ οι καπναποθήκες που ήταν κέντρα υποδοχής και συσκευασίας της πρώτης ύλης διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του αστικού τοπίου και στην εξέλιξη των κοινωνιών που τα περιέβαλαν. 



Δύο αρχιτέκτονες, η Σοφία Γκουβούση και ο Σπύρος Ταβλίκος γύρισαν πολλές φορές την πόλη απ΄ άκρη σ΄ άκρη και κατέγραψαν 88 καπναποθήκες από τις οποίες σήμερα υπάρχουν ως κτήρια οι 56. Παράλληλα μελέτησαν, δημόσια και ιδιωτικά αρχεία για την καλλιέργεια, την επεξεργασία και την εμπορία του καπνού. Η πολύχρονη έρευνά τους οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου «Οι καπναποθήκες της Θεσσαλονίκης» που δίνει μια συνολική εικόνα για τον τρόπο ανάπτυξης των καπναποθηκών τόσο χωρικά, αφού αναπτύχθηκαν από τα ανατολικά ως το κέντρο και τα δυτικά, όσο και χρονικά. 


Καπναποθήκη Γραμμένου Καραμανλή

Μια από τις πιο αναγνωρίσιμες καπναποθήκες είναι το «κόκκινο καπνομάγαζο» στη Σταυρούπολη, γνωστό και ως «καπνομάγαζο του Καραμανλή», αφού ανεγέρθηκε το 1963 για να εξυπηρετήσει τον μεγάλο καπνέμπορα, Γραμμένο Καραμανλή, αδερφό του εθνάρχη, Κωνσταντίνου Καραμανλή. 

Πρόκειται ίσως για το κτήριο καπναποθήκης με τη μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα σε σχέση με τις υπόλοιπες που χωροθετούνται στη γύρω περιοχή. Οι ονομασίες που έχουν επικρατήσει στο ευρύ κοινό για τον προσδιορισμό του είναι αφενός από την απόχρωση των εμφανών οπτόπλινθων που πληρώνουν το κέλυφος και αφετέρου  από τον αρχικό της ιδιοκτήτη.

Στη διάρκεια της λειτουργίας της η καπναποθήκη εξυπηρέτησε τις ανάγκες και άλλων καπνεμπορικών εταιρειών. Σε σχετικό έγγραφο του υπουργείου Βιομηχανίας του 1967 αναφέρεται η χρήση της από την καπνεμπορική εταιρεία «ΠΑΛΤΑΒ ΑΕ» μετά τη διάλυση των εγκαταστάσεων της τελευταίας στο κτήριο της οδού Ολύμπου 6 και τη μεταφορά της από το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το «Καπνομάγαζο του Καραμανλή», που από την ανέγερσή του θεωρήθηκε πρότυπο κατασκευής, στις αρχές της δεκαετίας του 1970 αγοράστηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Καπνού υπό την ιδιοκτησία του οποίου λειτούργησε έως το 2002. Παρόλο που η επεξεργασία των φύλλων καπνού είχε ήδη σταματήσει μερικά χρόνια νωρίτερα, στεγάστηκαν εκεί τα γραφεία της εταιρείας της Περιφερειακής Διοίκησης Κεντρικής-Δυτικής Μακεδονίας του ΕΟΚ κι αργότερα πέρασε στην ιδιοκτησία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, από όπου και παραχωρήθηκε για 99 χρόνια με αφετηρία το 2005 στην άλλοτε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης για τη στέγαση υπηρεσιών της. 


Κι εδώ αξίζει να αναφερθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία μυστηρίου και πολιτικών αντεγκλήσεων με ένα μνημειακό έργο τέχνης, έναν ζωγραφικό πίνακα - έναν από τους 9 μόνο που ζωγράφισε- του γνωστού χαράκτη Τάσσου. 

Στις αρχές του 2012 κι ενώ το «καπνομάγαζο του Καραμανλή» ανήκε στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ο τότε υφυπουργός, Γιάννης Δριβελέγκας το επισκέφτηκε μαζί με τον γενικό γραμματέα, Γιώργο Κανελλόπουλο. Τυχαία κι ενώ περνούσαν από τους χώρους του εγκαταλελειμμένου κτηρίου εντόπισαν έναν πίνακα ζωγραφικής μνημειακών διαστάσεων. 



Με συνοπτικές διαδικασίες ο πίνακας μεταφέρθηκε στην Αθήνα και δωρίθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη, προκαλώντας κύμα αντιδράσεων στους φιλότεχνους και όχι μόνο της Θεσσαλονίκης. Η κατακραυγή που σηκώθηκε υποχρέωσε τους υπεύθυνους του υπουργείου Πολιτισμού και της Πινακοθήκης να επιστρέψουν το έργο στην πόλη και σήμερα αποτελεί τμήμα της συλλογής του ΜΟΜus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης- Συλλογή Κωστάκη. 

Αφήνοντας στην άκρη το πολιτικό παρασκήνιο και περνώντας στα ιστορικά και καλλιτεχνικά στοιχεία του έργου, η μελέτη έδειξε πως ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε για τον Εθνικό Οργανισμό Καπνού, ύστερα από παραγγελία της Παπαστράτος, προκειμένου να κοσμήσει το περίπτερό του στη ΔΕΘ, στο τέλος της δεκαετίας του 1960 και μεταφέρθηκε μαζί με το υλικό του ΕΟΚ στην καπναποθήκη, όταν αυτή πέρασε στην κατοχή του. 

Πρόκειται για ένα καλλιτεχνικής αξίας και μνημειακών διαστάσεων (2×12,40 μέτρα) έργο τέχνης των χαρακτών Τάσσου Αλεβίζου και της γυναίκας του Λουκίας Μαντζώρου με τον τίτλο «Καλλιέργεια καπνού». Είναι μια εντυπωσιακή διακοσμητική ζωγραφική σύνθεση, μεικτής τεχνικής σε ύφασμα επικολλημένο σε ξύλο και από θεματικής πλευράς πλησιάζει την ενότητα έγχρωμων χαρακτικών του Τάσσου της ίδιας περιόδου που απεικονίζουν άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι καταπιάνονται με αγροτικές εργασίες στην ύπαιθρο. 

Όπως αναφέρει ο ιστορικός τέχνης και επιμελητής του MOMus, Γιάννης Μπόλης, «οι συγκεκριμένες εικόνες χαρακτηρίζονται από μια συμβολική διάσταση, αποκτούν ένα έντονα «ηρωικό» περιεχόμενο –οι σκληρά εργαζόμενοι χειρώνακτες δένονται με τη γη, γίνονται ένα μ’ αυτήν. Στην «Καλλιέργεια του καπνού», ο Τάσσος και η Λουκία Μαγγιώρου επιλέγουν το στέρεο και ισορροπημένο χτίσιμο της σύνθεσης, την επίπεδη δομή, το μεγάλο μέγεθος, τις γεμάτες ενέργεια καμπύλες, τα έντονα μαύρα περιγράμματα, την αρχιτεκτονική διάρθρωση και την απλοποίηση των σχημάτων για να αφηγηθούν όλα τα στάδια της καλλιέργειας και της επεξεργασίας του καπνού».


Καπναποθήκη Ναξιάδη

Μια άλλη γνωστή καπναποθήκη ήταν αυτή που ανεγέρθηκε το 1924 από τον γνωστό καπνέμπορα, Νικόλαο Ναξιάδη, με καταγωγή από τη Ραιδεστό της Ανατολικής Θράκης, επί της οδού Διοικητηρίου 5-6 (σημερινή οδός Κυπρίων Αγωνιστών Καραολή και Δημητρίου 27-29).

Ο Νικόλαος Ναξιάδης εγκαταστάθηκε αρχικά στην Ξάνθη, αργότερα ήρθε στη Θεσσαλονίκη και ήταν ένας από τους πρώτους καπνέμπορους που απέκτησαν ιδιόκτητη αποθήκη. Ήταν μάλιστα η πρώτη εταιρεία που άνοιξε τον δρόμο για εμπορικές συναλλαγές με τη Σοβιετική Ένωση και τη Νότια Κορέα. Το τετραώροφο κτήριο φιλοξενούσε τα γραφεία της εταιρείας και ανοιχτούς χώρους επεξεργασίας του καπνού. Αποτέλεσε την έδρα της καπνεμπορικής εταιρείας με την επωνυμία «Νικόλαος Ναξιάδης», η οποία ιδρύθηκε περίπου το 1910, ενώ το 1961 ονομάστηκε «Ζαφείριος Ναξιάδης Καπνά εις Φύλλα ΑΕ», από τον γιο του Νικόλαου, Ζαφείριο Ναξιάδη (1913-1992), που εισήλθε δυναμικά στο χώρο του καπνού.  Λειτούργησε ως καπναποθήκη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, οπότε κατεδαφίστηκε και στη θέση της βρίσκονται σήμερα δύο πολυώροφες οικοδομές. 


Καπναποθήκη  «Γλεούδη καπνά εις φύλλα»

Η μεγάλη καπναποθήκη στη συμβολή των οδών Δωδεκανήσου και Φράγκων αποτελείται από δύο κτήρια που ανεγέρθηκαν από το 1937 ως το 1958 και ανήκουν στην εταιρεία με την επωνυμία «Νίκος Γλεούδης ΚΑΒΕΞ ΑΕ».

Ο ιδρυτής της εταιρείας, Νικόλαος Γλεούδης, είχε καταγωγή από την Κέα και ήταν στο επάγγελμα φυσικομαθηματικός, ενώ ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τον κλάδο του καπνού το 1925.

Από το 1972 και έπειτα, τα κτήρια πέραν των ισόγειων καταστημάτων στέγασαν και νέες χρήσεις στα πλαίσια της εμπορικής εκμετάλλευσης των χώρων τους. Αρχικά το υπόγειο των κτηρίων μετατράπηκε σε χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων, ενώ παράλληλα εξελίχθηκαν εργασίες πλήρους αναμόρφωσης. Η επεξεργασία των φύλλων καπνού σταμάτησε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, οπότε οι χώροι αποθήκευσης άρχισαν σταδιακά να μειώνονται παραχωρώντας τη θέση τους σε βιοτεχνικές χρήσης. 



Από το 1985 η δραστηριότητα της εταιρείας μεταφέρθηκε στην περιοχή της Αξιούπολης του Κιλκίς με αποθηκευτικούς χώρους και δύο εργοστάσια επεξεργασίας καπνού, ενώ εκτός της Ελλάδας διαθέτει εργοστάσια και καπναποθήκες στην Αλβανία και στη Βόρεια Μακεδονία. 

Όσο για το συγκρότημα της οδού Δωδεκανήσου, το 1987 άλλαξε ολοκληρωτικά χρήση και μετατράπηκε σε χώρους γραφείων και το 2004 εξωραΐστηκε εκ νέου λαμβάνοντας τη σημερινή του μορφή. 


Καπναποθήκη Ιταλικών Εταιρειών Καπνών Ανατολής 

Περνώντας κανείς από την Βασιλίσσης Όλγας στο ύψος της Φλέμινγκ διακρίνει ένα τεράστιο κτήριο, παρατημένο στη φθορά του χρόνου και της εγκατάλειψης, γνωστό ως «Καπναποθήκη του Ιταλικού Μονοπωλίου».

Ανεγέρθηκε το 1959 για να στεγάσει την καπνεμπορική δραστηριότητα της «Ιταλικής Εταιρείας Καπνών Ανατολής» και αποτελεί σημείο αναφοράς για την περιοχή καθώς η βιομηχανική του χρήση δεν είναι συμβατή με αυτή των κατοικιών. 

Αποτελείται από δύο κτήρια κι ένα μικρότερο που μέχρι πριν λίγα χρόνια στέγαζε τις ανάγκες του Ιταλικού Ινστιτούτου. Η επεξεργασία των καπνών γινόταν στους δύο τελευταίους ορόφους, ενώ οι υπόλοιποι χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση.



Το συγκρότημα λειτούργησε αρχικά ως έδρα της «Ιταλικής Εταιρείας Καπνών Ανατολής», που ιδρύθηκε το 1924 με στο Μιλάνο με παραρτήματα στη Θεσσαλονίκη και την Καβάλα, με σκοπό την επεξεργασία, συσκευασία και εμπορία φύλλων καπνού. 

Μετά το 1970 και έως περίπου το 1982 νοικιάστηκε στον Εθνικό Οργανισμό Καπνού (ΕΟΚ) κι αργότερα χρησιμοποιήθηκε εν μέρει από το Ιταλικό Προξενείο, ενώ σύντομα εγκαταλείφθηκε παραμένοντας ως σήμερα χωρίς χρήση. Αποτελεί ένα από τα ελάχιστα δείγματα καπναποθηκών που διατηρεί πλήρως την αρχική της μορφή μεταφέροντάς μας ακέραιες τις μνήμες από το ένδοξο παρελθόν της.


Καπναποθήκη Α. Καμάρα & Υιών

Πρόκειται για συγκρότημα δύο ανεξάρτητων κτηρίων στην Ευκαρπία, που ανεγέρθηκε το 1965 από τους αδερφούς Πέτρο (1930-1990) και Λέανδρο (1931-2013) Καμάρα, οι οποίοι συνέχισαν την καπνεμπορική δραστηριότητα του πατέρα τους Αντώνιου (1898-1990), που κατάγονταν από τις Σέρρες, αλλά πριν τον πόλεμο μετακινήθηκε στη Θεσσαλονίκη. 

Λειτούργησε αδιάκοπα ως καπναποθήκη μέχρι το 1981, ενώ στη συνέχεια οι χώροι της νοικιάστηκαν στον ΕΟΚ και στην ομόρρυθμη εταιρεία «Αφοί Καμάρα Ελληνοευρωπαϊκή». Οι αδερφοί Καμάρα υπήρξαν δυναμικοί και δραστήριοι επιχειρηματίες και στα χρόνια τους ανεγέρθηκαν εκτός από τις δύο παραπάνω ιδιόκτητες καπναποθήκες στην περιοχή της Ευκαρπίας, μία ακόμη στην Αξιούπολη Κιλκίς, όπου συνεχίζεται η καπνεμπορική δραστηριότητα της οικογένειας από την τρίτη γενιά. 



Στο κτήριο της Θεσσαλονίκης η επεξεργασία και αποθήκευση καπνού έπαυσε στις αρχές του 2000 και το 2003 το σύνολο των εγκαταστάσεων πωλήθηκε σε εμπορική εταιρεία, που σήμερα φιλοξενεί γραφειακούς και εμπορικούς χώρους.


Και λίγα λόγια για την καπνοκαλλιέργεια

Ο καπνός έφτασε στην Ευρώπη από το Περού, τον 16ο αιώνα, αρχικά στην Ισπανία και αργότερα στην Πορτογαλία και τη Γαλλία. Στην Ελλάδα η καπνοκαλλιέργεια ήρθε από τον Εύξεινο Πόντο και τα παράλια της Μικράς Ασίας και οι πρώτες αναφορές είναι τον 19ο αιώνα από την κοιλάδα του Αξιού και την Ξάνθη. Γρήγορα διαδόθηκε σε όλη τη Μακεδονία και τη Θράκη, αλλά και σε περιοχές της Στερεάς Ελλάδας, όπως το Αγρίνιο, που έγινε κέντρο της καπνοπαραγωγής για την κεντρική χώρα. 

Η ανοδική εξέλιξη της καλλιέργειας καταγράφεται μετά την Επανάσταση του 1821 και εκτοξεύτηκε από την έλευση των προσφύγων το 1922. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως την περίοδο 1920-1922 η πανελλαδική παραγωγή ήταν 28.000 τόνοι και το 1923 διπλασιάστηκε. 



Στη δεκαετία του ΄50 η καπνοκαλλιέργεια εξασφάλιζε δουλειά και εισόδημα σε 200.000 οικογένειες καλλιεργητών, σε 40.000 καπνεργάτες και σε 10.000 άτομα που ασχολούνταν με το εμπόριο και την καπνοβιομηχανία. 

Ενδεικτικό της σημασίας που είχε η καπνοκαλλιέργεια για την ελληνική οικονομία είναι το γεγονός πως στα μέσα του 20ου αιώνα το 50% των εσόδων από τις εξαγωγές προέρχονταν από αυτές του καπνού. 


ΠΗΓΗ: https://www.voria.gr/article/oi-kapnapothikes-tis-palias-thessalonikis-ki-enas-spoydaios-pinakas-zografikis-poy-myrizei

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου