Σάββατο 20 Μαΐου 2023

Ο Κολοκοτρώνης συντρίβει τους Τούρκους στο Βαλτέτσι, η μεγάλη νίκη των Ελλήνων (12-13/5/1821)


Στις 6 Μαΐου 1821, ο Κεχαγιάμπεης, απεσταλμένος του Χουρσίτ Πασά, μπαίνει στην Τριπολιτσά με 3500-4000 Τουρκαλβανούς, με σκοπό να καταστείλει την επανάσταση στην Πελοπόννησο. Η προέλαση του Κεχαγιάμπεη προς τα Νότια, υπήρξε καταστροφική για τους Έλληνες. Αρχικά διέλυσε την πολιορκία των Πατρών, ακολούθως έκαψε την Βοστίτσα (Αίγιο), στη συνέχεια διέλυσε την πολιορκία του Ακροκορίνθου, κατόπιν του Ναυπλίου και τέλος κατέλαβε και έκαψε την πόλη του Άργους, αιχμαλωτίζοντας εκατοντάδες Έλληνες και αποκομίζοντας πλήθος λαφύρων.

Ύστερα από αυτές τις νίκες, οι ελπίδες των Τούρκων για διάλυση της ελληνικής επανάστασης, αναπτερώθηκαν. Δυστυχώς όμως γι΄αυτούς δεν είχαν λάβει υπόψη τον παράγοντα Κολοκοτρώνη.


Η ΟΧΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΒΑΛΤΕΤΣΙΟΥ

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Γενικός Αρχηγός των όπλων της Καρύταινας από τις 28 Απριλίου 1821, αντιλαμβανόμενος την στρατηγική σημασία που είχε το Βαλτέτσι για την πολιορκία της Τριπολιτσάς, αλλά και για την αναχαίτιση του εχθρού σε περίπτωση εκστρατείας του, προς την Δυτική Πελοπόννησο, πρότεινε στο πολεμικό συμβούλιο που έγινε στις 10 Μαΐου 1821 στο Χρυσοβίτσι, την ανάγκη ανακατάληψης του στρατοπέδου και την δημιουργία κλειστών προμαχώνων (ταμπούρια) στα γύρω μέρη, κάτι που δεν είχαν κάνει στην πρώτη μάχη του Βαλτετσίου με αποτέλεσμα οι Τούρκοι, να τους νικήσουν εύκολα. Ο ίδιος λέει στα Απομνημονεύματα του: «Να φτιάσετε ταμπούρια κλειστά.. όπου αν έρθουν οι Τούρκοι να κλεισθήτε μέσα…» Μου απεκρίθησαν εκείνοι Χανόμεθα. «Εσείς κλεισθήτε και εγώ σας έρχομαι μεντάτι, σας παίρνω στο λαιμό μου». Τον άκουσαν και άρχισε η οχύρωση στους λόφους γύρω από το χωριό και στην εκκλησία που βρισκόταν στο κέντρο του Βαλτετσίου. Ακολούθως ο Κολοκοτρώνης τοποθέτησε σκοπιές στα γύρω υψώματα και με το σύστημα των αρχαίων φρυκτωριών (φωτιά με καπνό), φρόντισε να επικοινωνούν τα τρία στρατόπεδα μεταξύ τους (Βαλτέτσι, Πιάνα, Χρυσοβίτσι), έτσι ώστε να γνωρίζουν που κατευθύνεται ο εχθρός. Ο Γέρος του Μοριά, ψυχή και νους της επιχείρησης, επιτηρούσε τα πάντα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος :«Εκοιμόμουν εις το Βαλτέτσι, εγευμάτιζα στην Πιάνα και εδείπναγα στο Χρυσοβίτσι». Οι Έλληνες που οχυρώθηκαν στο Βαλτέτσι ανέρχονταν σε 850 άνδρες με αρχηγούς του Μανιάτες Ηλία και Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Εκτός των άλλων στα ταμπούρια οχυρώθηκαν οι Μητρο-Πέτροβας, Κεφάλας, Παπατσώνης, Μπουραίοι, Νικήτας Φλέσσας, Τουρκολέκας, Κατσάνος, Σιώρης και Κυριακός. Συνολικά οι Ελληνικές δυνάμεις που πολέμησαν στο Βαλτέτσι ήταν 2300 άνδρες, με ελλιπή εξοπλισμό, ανεπαρκή πολεμοφόδια. Το μοναδικό πλεονέκτημα των Ελλήνων έναντι του εχθρού ήταν η στρατηγική τους διάταξη, η οχύρωση τους κατόπιν υποδείξεως του Κολοκοτρώνη και η αποφασιστικότητα τους να πολεμήσουν.


Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΒΑΛΤΕΤΣΙ

Ο Κεχαγιάμπεης πληροφορήθηκε την ανασύσταση του στρατοπέδου στο Βαλτέτσι από έναν προδότη από τα Τσιπιανά, που μετέφερε τα γράμματα μεταξύ των στρατοπέδων της Πιάνας και των Μύλων του Άργους. Ο προδότης αποκαλύφθηκε και οδηγήθηκε στον Κολοκοτρώνη, στον οποίο ομολόγησε την προδοσία. Τότε ο στρατηγός τον έδεσε στην ουρά του αλόγου του και τον μετέφερε από την Πιάνα στο Χρυσοβίτσι, εκεί τον παρέδωσε στον Κωνσταντίνο Λάπα από την Ακαρνανία για να τον φυλάξει, έτσι ώστε να τον χρησιμοποιήσει αργότερα, με σκοπό να μεταφέρει επιστολή του, προς τον Κεχαγιάμπεη. Ο Λάπας όμως σκότωσε τον προδότη κόβοντας την γλώσσα του από την ρίζα. Το περιστατικό περιγράφει χαρακτηριστικά ο Φωτάκος«.. ο Λάπας ετράβηξε την γλώσσα του πολύ ΄ξω και την έκοψεν εως εις τα κοκαλάκια και ουτως εξεμάτωσεν ο δυστυχής και απέθανεν».

Ο Τούρκος στρατηγός αποφάσισε να επιτεθεί στο στρατόπεδο των Ελλήνων με μια πρωτόγνωρη για τα έως τότε ελληνικά δεδομένα δύναμη, 12000 εμπειροπόλεμων ανδρών χωρισμένη σε πέντε τάγματα, με σκοπό να το διαλύσει και κατόπιν να συντρίψει την επανάσταση στην Λακωνία και την Μεσσηνία. Στις 12 Μαΐου τα χαράματα ξεκίνησε το πρώτο σώμα 5000 Τουρκαλβανών υπό την ηγεσία του Ρουμπη Μπαρδουνιώτη, το οποίο κατευθύνθηκε εναντίων των προμαχώνων του Μητρο-Πέτροβα και των Μεσσηνιακών δυνάμεων που βρίσκονταν στα χαμηλότερα σημεία του λόφου. Πρίν αρχίσει η μάχη οι Τουρκαλβανοί καλούσαν τους Έλληνες να παραδοθούν υποσχόμενοι να μην τους πειράξουν. Από τα ταμπούρια των Ελλήνων ακούστηκαν γέλια και αμέσως απάντησαν « Βρε Τούρκοι, το καλό που σας θέλουμε δώστε μας τα αρματά σας, αν θέλετε να σας χαρίσουμε την ζωή…Γιατί θα παρακαλάτε ύστερα και δεν θα σας ακούμε». Κατόπιν άρχισε το ντουφεκίδι και από τις δύο πλευρές. Οι Τουρκαλβανοί έκαναν σφοδρές επιθέσεις εναντίων των ελληνικών ταμπουριών, αλλά όλες απέτυχαν παταγωδώς. Ο ηρωικός γέρο Μητροπέτροβας, δεινός σκοπευτής πολεμούσε ακατάπαυστα, όρθιος, σκορπίζοντας τον θάνατο στους έφιππους Τουρκαλβανούς. Ο Ρουμπής που εν τω μεταξύ είχε κυκλώσει τα ελληνικά ταμπούρια, αναγκάστηκε να ζητήσει ενισχύσεις. Ο Κεχαγιάμπεης έστειλε τότε από το Καλογεροβούνι ένα σώμα 3000 ανδρών πεζικό και ιππικό, για να ενισχύσει το σώμα του Ρουμπή, ακολούθησε το Τουρκικό ιππικό που κατέλαβε την ΝΔ πλευρά του Βαλτετσίου με σκοπό να αποκόψει πιθανή βοήθεια των Ελλήνων από τα Βέρβενα και ακολουθούσε ακόμα ένα σώμα 3000 ανδρών με κανόνια και πολεμοφόδια.

Οι Έλληνες αντιλαμβανόμενοι ότι έχουν περικυκλωθεί δεν πτοούνται αλλά συνεχίζουν να πυροβολούν ακατάπαυστα, προς όλες τις κατευθύνσεις, αποκρούοντας τις επιθέσεις. Τότε σύμφωνα με το σχέδιο του Κολοκοτρώνη τα ελληνικά σώματα του Πλαπούτα, του Κεφάλα, του Παπατσώνη, του Γιατράκου κ.α. που βρίσκοντας εκτός των ταμπουριών άρχισαν να κυκλώνουν τους Τουρκαλβανούς που τώρα βάλλονταν από μπρος και από πίσω. Οι Τούρκοι καθώς ο ήλιος έδυε και βλέποντας ότι βρίσκονταν σε απελπιστική κατάσταση, αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν τα κανόνια για να γκρεμίσουν τον κεντρικό προμαχώνα των Ελλήνων, όμως οι βολές τους ήταν άστοχες, κυρίως λόγω του ανώμαλου εδάφους. Ο Κολοκοτρώνης που βρισκόταν σε λόφο που υπέρκειται του Βαλτετσίου, το μετέπειτα Βουνό του Κολοκοτρώνη, για να έχει εποπτεία του χώρου, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο, εφώναξε με την βροντώδη φωνή του προς τον ΜητροΠέτροβα, για να ακουστεί από τους Τούρκους «Μπαρμπα-Μήτρο, έρχεται ο Κολοκοτρώνης με δέκα χιλιάδες και ο Πετρόμπεης με όλους τους Μανιάτες. Βαστάτε και σας φέρνω από όλα.». Ο Μητροπέτροβας απάντησε με μια μπαταριά. Οι Τούρκοι ξεγελασμένοι άρχισαν τότε να ρίχνουν τις βολές των κανονιών τους πίσω από τα ταμπούρια για να χτυπήσουν τους δήθεν ερχόμενους Μανιάτες. Η μάχη κράτησε με πείσμα και από τις δυο μεριές, μέχρι που έπεσε το σκοτάδι.

Ο Κολοκοτρώνης κατά την διάρκεια της νύκτας έκανε αιφνιδιαστική έφοδο στα ταμπούρια φέρνοντας μαζί του ζώα φορτωμένα από τρόφιμα και πολεμοφόδια. Στους Τούρκους που παραφύλαγαν φώναξε «Ζωντανούς θα σας πιάσω. Είμαι ο Κολοκοτρώνης», Ποιος είσαι; ρώτησαν οι Τούρκοι αιφνιδιασμένοι. Ο Κολοκοτρώνης! Ευθύς οι Τούρκοι τρομοκρατημένοι και ξαφνιασμένοι άνοιξαν δρόμο και πέρασε ο στρατηγός. Τα μεσάνυχτα έφτασαν από τα Βέρβαινα στο Καλογεροβούνι ενισχύσεις από τον Π. Βαρβιτσιώτη και τον Α. Μαυρομιχάλη, ενώ ένα άλλο σώμα 400 ανδρών έφθασε τα χαράματα υπό τους Α. Κονδάκη και Π.Γιατράκο.

Τα χαράματα της επόμενης ημέρας 13 Μαΐου 1821 άρχισε πάλι η μάχη, με το τουρκικό πυροβολικό να κάνει νέα προσπάθεια εναντίων του κεντρικού προμαχώνα, η οποία απέτυχε παταγωδώς. Οι Τουρκαλβανοί είχαν αποκλειστεί από παντού και ο Κεχαγιάμπεης βλέποντας τα σήματα του Ρουμπή για μετατόπιση προς τα πίσω και αντιλαμβανόμενος το άφευκτο πλέον της ήττας σήμανε γενική υποχώρηση. Την υποχώρηση των Τούρκων αντιλήφθηκαν τα Ελληνικά σώματα που βρίσκονταν πίσω τους και άρχισαν λυσσαλέα επίθεση εναντίον τους, με τον Κολοκοτρώνη να τους προτρέπει φωνάζοντας «Απάνω τους Έλληνες!». Ο Φωτάκος αναφέρει συγκεκριμένα «Την αυγή ο Κωνσταντίνος Αλεξανδρόπουλος από την Στεμνίτσαν επροσκάλεσε τον Κολοκοτρώνη και τους περί αυτόν αν ηθέλαμεν να πάμε εις το ταμπούρι του, όπου είχε φωτιά, κρασί και μπογάτσα, δια να φάμε και να ζεσταθούμε. Εν ω λοιπόν επέρναμε ολίγη μπογάτσα … οι Τούρκοι από το αντικρυνό μέρος…έκαψαν μπαρούτι και έκαμαν φουμάδα, την οποία ανταπεκρίθη ο Ρουμπής. Ο Κολοκοτρώνης αφού είδε τις φουμάδες εγνώρισε ότι ήτον σημείον να φύγουν, και επειδή το στόμα του ήταν γεμάτο μπογάτσα όπου τρίβεται και δεν αφήνει εύκολα την φωνή να βγεί, έβαλε ευθυς το δακτυλό του και την έβγαλε και έβαλε τις φωνές οι Τούρκοι θα φύγουν ριχτήτε πάνω τους».

Οι Τούρκοι πανικόβλητοι πλέον έτρεχαν προς την Τριπολιτσά, αφήνοντας πίσω τους τα ασημένια τους όπλα για να σωθούν.

Στην άτακτη φυγή των Τούρκων συνέβαλε σημαντικά και ο ερχομός του Νικηταρά από το Άργος, ο οποίος κατά την επιστροφή στο Βαλτέτσι, ρίχτηκε στη μάχη αναγκάζοντας τους τρομοκρατημένους Τούρκαλβανους να πέσουν μέσα σε μια ρεματιά, η οποία έγινε και ο τάφος τους. Ακολούθησε μακελειό, καθώς όσοι κατάφεραν να βγουν από το ρέμα έβρισκαν τον θάνατο από τους Έλληνες που βρισκόντουσαν στην έξοδο. Η καταδίωξη των Τούρκων συνεχίστηκε μέχρι την Τριπολιτσά. Τελικά οι Τούρκοι άφησαν στο πεδίο της μάχης 514 νεκρούς και πλήθος όπλων, ενώ έφεραν μαζί τους στην Τρίπολη 635 τραυματίες. Οι απώλειες των Ελλήνων ανέρχονταν σε 4 νεκρούς και 17 τραυματίες.

Μετά το τέλος της μάχης, ο Κολοκοτρώνης συγκέντρωσε τα παλληκάρια και τους εκφώνησε τον ακόλουθο μνημειώδη λόγο « Πρέπει να νηστεύσουμε όλοι, δια δοξολογίαν εκείνης της ημέρας, και να δοξάζεται αιώνας αιώνων εωσού στέκει το έθνος, διατί ήτον η ελευθερία της Πατρίδος».


Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ

Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι ήταν πολύ σημαντική από στρατιωτική, πολιτική και ψυχολογική άποψη. Ήταν η πρώτη φορά που οι Έλληνες πολέμησαν σε τακτική μάχη για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα (23 ώρες), με τεράστιο κόστος σε έμψυχο και άψυχο υλικό για τους Τούρκους. Το επαναστατικό κέντρο της Πελοποννήσου βρισκόταν εκείνη την στιγμή στο Βαλτέτσι. Εκεί βρισκόντουσαν συγκεντρωμένες οι σημαντικότερες στρατιωτικές δυνάμεις του Μοριά, Μανιάτες, Αρκάδες, Μεσσήνιοι, Καλαβρυτινοί, Λακεδαιμόνιοι. Εκεί ήταν και ο αρχηγός των όπλων Θ. Κολοκοτρώνης. Εάν λοιπόν ο Κεχαγιάμπεης κέρδιζε την μάχη τότε θα ήταν σαν να είχε συντρίψει την κεφαλή της επανάστασης, γεγονός που θα σήμαινε το τέλος του αγώνα. Εάν η Πελοπόννησος έπεφτε τότε η επανάσταση θα έσβηνε. Με τη νίκη στο Βαλτέτσι ο Κολοκοτρώνης αναγνωρίστηκε χάρη στο στρατηγικό του σχέδιο ως ο πολεμικός ηγέτης της Πελοποννήσου και οι Έλληνες απέκτησαν αυτοπεποίθηση και την βεβαιότητα ότι μπορούν με τις δικές τους δυνάμεις να νικήσουν πλέον τους Τούρκους. Δίκαια λοιπόν η μάχη του Βαλτετσίου θεωρείται ως ο ακρογωνιαίος λίθος της επανάστασης του 21.

Αλλά και από την πλευρά των ηττημένων αναγνωρίστηκε η αξία των Ελλήνων πολεμιστών στο Βαλτέτσι. Σύμφωνα με τον Φραντζή μετά την συντριβή που υπέστησαν οι Τούρκοι ένας Τουρκαλβανός οπλαρχηγός ο Αλιόμπεης που σώθηκε από την μάχη, κατά την επιστροφή του στην Τριπολιτσά είπε σε έναν επίσημο τριπολιτσιώτη τον Παναγιώτη Γιαννακόπουλο « Ε ορέ Κυρ Παναγιωτάκη. Όρε βαλλχί μπίλαχιι, μα το θεγό δικό σας είναι το κερδέψατε ορέ… είχα πολεμήσει σε τόσα σεφέρια με το Τζαμίδες, με το Σουλιώταις, με το Μοσκόβους, πρα το ντουφέκι που είδα στο Βαλτέτζι είναι παληκαρίσιο. Ήτανε ορέ με το τέχνη και με το παληκαργιά. Πρα δεν είδαμε πως εφεύγαμε.»


ΠΗΓΗ: https://cognoscoteam.gr/archives/37428

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου